Η λέξη «ορμέμφυτο» δεν χρησιμοποιείται και τόσο συχνά, με αποτέλεσμα η σημασία της να μην είναι ευρέως γνωστή.
Η λέξη «ορμέμφυτο» λοιπόν είναι λέξη-δάνειο από τη γερμανική μετάφραση της λέξης «Naturtrieb». Προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις «ορμή» και «έμφυτος».
Η λέξη σημαίνει το ένστικτο. Συνώνυμες λέξεις είναι η παρόρμηση, η ενόρμηση και το ψυχόρμητο.
Το επίθετο «ορμέμφυτος» σημαίνει αυτός που εκδηλώνεται αυτόματα, παρορμητικά, ενστικτωδώς.
Μείνετε συντονισμένοι στο Proson.gr για να μαθαίνετε τα «περίεργα» και ενδιαφέροντα των ελληνικών λέξεων.