Οι Λονδρέζοι τα αποκαλούν «φτερωτούς αρουραίους» ή «αρουραίους του αέρα» και τα κατατάσσουν στα αστικά... παράσιτα. Στην Ελλάδα κάποιοι τα αποκαλούν αντίστοιχα «ποντίκια με φτερά». Ο λόγος για τα περιστέρια, που αγαπούν τα μπαλκόνια και τις σκεπές, έχουν αδυναμία στις μονάδες κλιματισμού και βρίσκουν καταφύγιο κάτω από φωτοβολταϊκά πάνελ και ηλιακούς θερμοσίφωνες, μαρκίζες οικοδομών, αγάλματα, μνημεία.
Τα ίδια, όχι μόνο έχουν προσαρμοστεί για τα καλά στη ζωή της πόλης, αλλά έχουν σχεδόν μεταλλαχθεί κι όχι μόνο επιβιώνουν αλλά πολλαπλασιάζονται με ταχύτατους ρυθμούς. Μάλιστα, στη Θεσσαλονίκη έκαναν πριν από καιρό «κατάληψη» στην Καμάρα, όπου οι ειδικοί πήραν μέτρα για να τα απομακρύνουν.
«Πετούν και ενστικτωδώς προσγειώνονται σε στενές περιοχές και σε όλες τις πόλεις υπάρχει πια μεγάλος αριθμός καθώς έχουν προσαρμοστεί στο αστικό περιβάλλον», εξηγεί, μιλώντας στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Δημήτρης Μπούσμπουρας, βιολόγος και μέλος της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας.
«Τα περιστέρια που βλέπουμε κάθε μέρα προέρχονται από τα αγριοπερίστερα, που ζούσαν σε ορθοπλαγιές, αλλά πλέον δεν έχουν μεταξύ τους μεγάλη διαφορά. Αυτά της πόλης βρίσκουν σχετικά εύκολα τροφή και καταφύγιο, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ακόμη και κορακοειδή, κουρούνες κάργες, χαβαρόνια στις γειτονιές του κέντρου», σημειώνει ο κ. Μπούσμπουρας.
Όπως λέει, σε σχέση με την Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη υπάρχουν λιγότεροι... εξ ουρανού επισκέπτες και με δεδομένο ότι στις μεγαλουπόλεις δεν υπάρχει θηρευτής ή φυσικός εχθρός, ο αριθμός τους αυξάνεται ραγδαία. Τονίζει δε, ότι δεν πρέπει να παραλείψουμε το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι, περιστεράδες, που τα εκτρέφουν, αλλά, όπως σημειώνει, αυτή είναι μια διαφορετική περίπτωση.
Τα προβλήματα που δημιουργούν με την παρουσία τους τα περιστέρια σχετίζονται κατά κύριο λόγο με τις μεγάλες συγκεντρώσεις τους. Πολλά περιστέρια είναι φορείς διαφόρων παθογόνων οργανισμών και μπορεί να μεταδίδουν, κυρίως μέσω των περιττωμάτων τους αλλά και μέσω απλής επαφής, διάφορες ασθένειες σε ανθρώπους και ζώα, όπως μυκητοειδείς μολύνσεις και άλλες παθήσεις, όπως εξηγούν οι ειδικοί.
Επιχείρηση απομάκρυνσης μέχρι και με εναερίτες
Στις ψηλές πολυκατοικίες, όπου είναι και ο πλέον αγαπημένος και ασφαλής προορισμός τους καθώς εκεί δεν έχει γάτες, η επιχείρηση απομάκρυνσης δεν είναι εύκολη. Δεμένοι με σκοινιά σαν εναερίτες, οι ειδικοί του χώρου των απολυμάνσεων και της απεντόμωσης ανεβαίνουν στα ψηλά σημεία και αφού κάνουν την αυτοψία του χώρου, παίρνουν τα αντίστοιχα μέτρα.
Όπως εξηγεί, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Στράτος Παντατζόγλου, συνιδιοκτήτης εταιρείας απολυμάνσεων και απεντομώσεων, πάρα πολλοί είναι οι πολίτες που απευθύνονται στην εταιρεία και ζητούν επίμονα να βρεθεί μια λύση. Συνήθως επισημαίνουν ότι αυτό που αντιμετωπίζουν είναι είτε προβλήματα υγιεινής από την παρουσία των εκατοντάδων περιστεριών, δηλαδή από τις εκκρίσεις και τις ακαθαρσίες που αφήνουν, είτε ανησυχούν από τα παθογόνα που φέρνουν τα περιστέρια, όπως είναι τα ακάρεα, τα τσιμπούρια ακόμη και οι ψύλλοι.
«Θα έλεγα ότι είναι αρκετά συχνό το φαινόμενο, τείνει να πάρει διαστάσεις μάστιγας και ο λόγος είναι ότι στις πόλεις τα περιστέρια δεν έχουν φυσικούς εχθρούς. Αυτό που γίνεται όταν τα διώχνουμε από ένα σημείο είναι η μετακόμιση πληθυσμών. Όταν απωθούνται από μια περιοχή, πάνε σε μια άλλη και ο πληθυσμός παραμένει και αυξάνει», εξηγεί ο κ. Παντατζόγλου, ο οποίος έχει κάνει κάνει αρκετές επιχειρήσεις απομάκρυνσης τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και την περιφέρεια.
Ο χάρτης με τα επίμαχα σημεία, δηλαδή τις περιοχές όπου εντοπίζεται ο μεγαλύτερος αριθμός, έχει στο «κόκκινο» το κέντρο της Θεσσαλονίκης, που είναι ψηλά στις προτιμήσεις των περιστεριών, και ακολουθούν περιοχές παραθαλάσσιες όπως η Κρήνη, που συγκαταλέγεται επίσης στα αγαπημένα καταφύγια τους. Οι διαδικασίες της απώθησης διαφέρουν και σε κάθε περίπτωση επιλέγεται ο τρόπος που θα είναι αφενός πιο αποτελεσματικός, αφετέρου δεν θα προκαλέσει ανισορροπία και διαταραχή στο ζωικό βασίλειο.
«Σε πολύ έντονες και εκτεταμένες περιπτώσεις γίνεται κλείσιμο μπαλκονιού με δίχτυ και δεν υπάρχει καμία πρόσβαση. Σε άλλες καταστάσεις τοποθετούνται ακίδες μεταλλικές, ανοξείδωτες, δεν τραυματίζουν τα πουλιά, είναι οικολογικές, έχουν έγκριση οικολογικής χρήσης και τοποθετούνται σε σημεία όπου θα κάτσουν τα πουλιά, οπότε μηχανικά τα απωθείς», εξηγεί ο κ. Παντατζόγλου.
Αρκετά διαδεδομένος είναι και ο τρόπος με το φως, κάτι που εξηγεί και τη μέθοδο με τα cd, που βλέπουμε κρεμασμένα σε πολλά μπαλκόνια. «Υπάρχουν κάποιες ταμπλέτες που προσομοιώνουν ότι ο χώρος φλέγεται, όπως αντανακλά ο ήλιος πάνω στην ταμπλέτα, προσομοιάζει ότι υπάρχει φωτιά, οπότε τα περιστέρια φοβούνται και φεύγουν», σημειώνει ο ίδιος.
Όπως λένε οι ειδικοί, υπήρχαν περιστατικά όπου το μπαλκόνι έγινε σαν ένα μεγάλο κοτέτσι. Σε μια περίπτωση, ένας γείτονας τα τάιζε, οπότε τα μάζευε στον κοινόχρηστο χώρο και η εικόνα ήταν κακή, όπως και στην περίπτωση που ηλικιωμένη η οποία τα τάιζε, έφυγε από τη ζωή, όμως τα περιστέρια ..έμαθαν το σημείο και δεν έφευγαν από το μπαλκόνι. Το πιο σύνηθες πάντως είναι όταν ο ένοικος κάποιου σπιτιού λείπει σ’ άλλη πόλη κι αφήνει κενό το διαμέρισμά του, τα πουλιά να βρίσκουν χώρο να να κάνουν τις φωλιές τους εκεί καθώς δεν τα ενοχλεί κανείς και έχουν αυτό που αναζητούν, δηλαδή προστατευμένο περιβάλλον όχι βροχή όχι αέρα.
Η Θεσσαλονίκη πάντως δεν είναι η μοναδική ευρωπαϊκή πόλη που έχει «τρωκτικά στον αέρα». Σε αρκετές πρωτεύουσες έχουν επιχειρήσει να λάβουν μέτρα για να μειώσουν τον πληθυσμό των περιστεριών, κυρίως επειδή λερώνουν τα δημόσια κτήρια και τα μνημεία. Χρησιμοποιήθηκαν πολλά μέσα -από το να τα ταΐσουν με αντισυλληπτικά χάπια για να μην αναπαράγονται, να τα τρομάξουν με γεράκια ή με ήχους υψηλών ντεσιμπέλ- αλλά τίποτα δεν τα πτοεί. Στο Λονδίνο, μάλιστα, έβαλαν ηχεία με τρομακτικούς θορύβους και το μόνο που κατάφεραν ήταν να τα διώξουν από την πλατεία Τραφάλγκαρ και να τα οδηγήσουν σε άλλη περιοχή της πόλης...