Ανησυχεί για τον «σκιώδη», δηλαδή ανεπίσημο και χωρίς έλεγχο και εποπτεία, τραπεζικό τομέα, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Λουίς ντε Γκίντος.
«Σε επίπεδο συστήματος, ο τραπεζικός τομέας στην Ευρώπη είναι υγιής και ανθεκτικός. Αλλά οι μη τράπεζες αυξάνονται ως μερίδιο του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην Ευρώπη και ανέλαβαν πολλούς κινδύνους σε περιόδους πολύ χαμηλών επιτοκίων», απάντησε σε σχετική ερώτηση, σε συνέντευξή του που δημοσιεύεται στην επίσημη ιστοσελίδα της ΕΚΤ.
Δεν είναι ο μόνος. Την ίδια ανησυχία μοιράζονται οι ανά τον κόσμο νομισματικές αρχές (ιδιαίτερα στα αναπτυγμένα χρηματοοικονομικά κέντρα της Δύσης), διαχειριστές κεφαλαίων και αναλυτές.
Η «σκιά» αυτή απλώνεται στις καταθέσεις, στη χρηματοδότηση επενδύσεων, στα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, στα νομίσματα και τα μεγέθη της προκαλούν ίλιγγο. Απλώνεται και στη μικρή Ελλάδα, όπου πρωταγωνιστές της «σκιώδους» τραπεζικής είναι κυρίως πρώην ανώτερα και ανώτατα στελέχη των συστημικών τραπεζών.
Η εμπειρία κάθε μορφής χρηματοπιστωτικής αναταραχής διδάσκει ότι οι μορφές εκδήλωσης και οι πρωταγωνιστές αλλάζουν, αλλά η αιτία είναι πάντα μα αθέτηση υποχρέωσης που δεν έχει μεμονωμένο αλλά συστημικό χαρακτήρα. Όσο για τον μηχανισμό μετάδοσης, αυτός σχετίζεται με τη μόχλευση, δηλαδή με αποτυχημένες επενδύσεις που βασίστηκαν σε μόχλευση που παρείχε το τραπεζικό σύστημα. Εδώ εντοπίζεται ο δεσμός ανάμεσα στο «επίσημο» και το «σκιώδες» τραπεζικό σύστημα.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της efsyn, πρωταγωνιστές του «σκιώδους» τραπεζικού συστήματος είναι τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (private equities) και δευτερευόντως τα κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών (venture capitals). Τα private equities συγκεντρώνουν κεφάλαια για να επενδύσουν σε ιδιωτικές (με την έννοια ότι δεν υπόκεινται στον έλεγχο και στην εποπτεία οργανωμένης αγοράς) εταιρείες, με την ελπίδα ότι θα αυξήσουν την κερδοφορία ή και θα πετύχουν την εισαγωγή τους στο χρηματιστήριο, ώστε να εξασφαλίσουν αυξημένες αποδόσεις.
Τα κεφάλαια που συγκεντρώνουν τα private equities προέρχονται από δανεισμό ή καταθέσεις που διαρρέουν από τον επίσημο τραπεζικό τομέα. Τα venture capitals στηρίζονται σε ίδια κεφάλαια. Ρισκάρουν υψηλές αποδόσεις επενδύοντας σε πολλές διαφορετικές εταιρείες ταυτόχρονα, με τη λογική ότι έτσι αυξάνονται οι πιθανότητες μέσα σε αυτές να ανακαλύψουν το «αστέρι» που θα «απογειωθεί» και θα τους αποφέρει πολλά κέρδη. Με παρόμοιο τρόπο δραστηριοποιούνται και πολλά hedge funds.
Οι επενδύσεις τους συνήθως μοχλεύονται μέσω του τραπεζικού συστήματος, ιδιαίτερα του μη συστημικού τμήματός του. Τέτοιο ήταν το παράδειγμα της κατάρρευσης της Silicon Valley Bank, η οποία χρηματοδοτούσε όχι μόνο απευθείας νεοφυείς επιχειρήσεις κυρίως του τεχνολογικού τομέα, αλλά επίσης και private equities και venture capitals που επένδυαν σε τέτοιες επιχειρήσεις.
Ο τομέας αυτής της σκιώδους τραπεζικής αναπτύχθηκε ιδιαίτερα την περίοδο των πολύ χαμηλών ή και αρνητικών επιτοκίων, και τώρα με τα υψηλά επιτόκια μετατρέπεται σε συστημικό κίνδυνο: σε περίοδο υψηλών επιτοκίων οι επενδύσεις (που μεταξύ άλλων στηρίζονται σε δάνεια και είναι μοχλευμένες) κινδυνεύουν με κατάρρευση, επομένως απειλούνται η ενεργοποίηση του μηχανισμού μετάδοσης και η πρόκληση συστημικής κρίσης.
Παρ’ όλα αυτά, ο τομέας εξακολουθεί να ενισχύεται: τις τρεις τελευταίες βδομάδες ύστερα από την κατάρρευση της Silicon Valley, έχουν αποσυρθεί 500 δισεκατομμύρια δολάρια καταθέσεων από τις μεσαίου βεληνεκούς αμερικανικές τράπεζες. Τα μισά από αυτά έχουν πάει στις μεγαλύτερες, ισχυρότερες τράπεζες και τα μισά σε αμοιβαία κεφάλαια της αγοράς χρήματος. Οι καταθέτες (κυρίως πλούσιοι ιδιώτες και μικρές εταιρείες) στρέφονται είτε προς πιο ασφαλείς καταθετικούς προορισμούς είτε στα private equities που προσφέρουν καλύτερο καταθετικό επιτόκιο.
Ένας άλλος, εντελώς διαφορετικός, «ανεπίσημος», μη ελεγχόμενος και μη εποπτευόμενος τομέας του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα (παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα που δεν διαπραγματεύονται σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά). Η συνολική τους αξία είναι ασύλληπτη: ξεπερνά τα 620 τρισ. δολάρια!
Ο εξωπραγματικός και «αφύσικος» αυτός αριθμός αποκαλύπτει την τεράστια ανάγκη και έκταση της αντιστάθμισης κινδύνου -για κάθε είδους επένδυση- που είναι απαραίτητη για να μην καταρρεύσει το υπερμέγεθες χρηματοπιστωτικό σύμπαν. Από αυτά, πάνω από 18 τρισ. δολάρια είναι ακαθάριστη αξία, για την οποία εκκρεμεί η καταγραφή ζημιών και κερδών. Ο όγκος τους γνώρισε απότομη αύξηση το 2022, όταν η απότομη και ραγδαία αύξηση των επιτοκίων αύξησε το ρίσκο κάθε είδους επένδυσης.
Εδώ κρύβεται η άλλη εστία συστημικού κινδύνου, αφού στα παράγωγα έχουμε επίσης συμβόλαια-στοιχήματα υψηλού ρίσκου όπως και μόχλευση, άρα ελλοχεύει ο κίνδυνος ζημιών και αθέτησης πληρωμών.
Ελληνική πινελιά: Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών (BIS - Bank of International Settlements), η αξία των εξωχρηματιστηριακών παραγώγων στην Ελλάδα από 62 εκατ. το 2016 μειώθηκε σε 31 εκατ. το 2019 και εκτινάχτηκε σε 239 εκατ. το 2022. Για μια μικρή αγορά σαν την ελληνική, δεν το λες και λίγο…
Πηγή: efsyn.gr