Η λέξη «ακήρατος» είναι μια ιδιαίτερη λέξη της ελληνικής γλώσσας, προερχόμενη από τα αρχαία χρόνια. Γνωρίζετε τη σημασία της;
Τι σημαίνει
Ετυμολογικά, προέρχεται από το αρχαίο ρήμα «κηραίνω» που σημαίνει μολύνω, βλάπτω.
Μαζί λοιπόν με το α- στερητικό σημαίνει αυτός που δεν έχει μολυνθεί, δεν έχει διαφθαρεί. Ο αμόλυντος, αγνός, καθαρός, αψεγάδιαστος.
Συχνά χρησιμοποιείται και με ηθική ή πνευματική χροιά.
Παράδειγμα: «Το νερό της πηγής ήταν ακήρατο, καθαρό και διαυγές, χωρίς ίχνος μόλυνσης.».
Μείνετε συντονισμένοι στο Proson.gr για να μαθαίνετε τα «περίεργα» και ενδιαφέροντα των ελληνικών λέξεων.