Σε νέα συμφωνία για την θέσπιση και τον υπολογισμό του κατώτατου μισθού σε κάθε κράτος - μέλος, κατέληξαν τη Δευτέρα το βράδυ το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η νέα νομοθεσία θα ισχύει για όλους τους εργαζομένους της ΕΕ που έχουν σύμβαση ή σχέση εργασίας. Οι χώρες της ΕΕ στις οποίες ο κατώτατος μισθός προστατεύεται αποκλειστικά μέσω συλλογικών συμβάσεων δεν θα είναι υποχρεωμένες να τον θεσπίσουν, ούτε να καταστήσουν τις εν λόγω συμβάσεις καθολικά εφαρμοστέες.
Να σημειωθεί ότι στην ΕΕ, 21 από τις 27 χώρες έχουν νομοθεσία που ορίζει τον κατώτατο μισθό, ενώ στις υπόλοιπες έξι (Αυστρία, Κύπρος, Δανία, Φινλανδία, Ιταλία και Σουηδία) τα επίπεδα των μισθών καθορίζονται μέσω συλλογικών διαπραγματεύσεων. Εκφρασμένοι σε ευρώ, οι μηνιαίοι κατώτατοι μισθοί διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των χωρών της ΕΕ και κυμαίνονται από 332 ευρώ στη Βουλγαρία έως 2.202 ευρώ στο Λουξεμβούργο (στοιχεία της Eurostat για το 2021).
Σύμφωνα με την νέα πολιτική συμφωνία που επετεύχθη ο κατώτατος μισθός της κάθε χώρας, που είναι κράτος - μέλος της ΕΕ, θα πρέπει να είναι επαρκής για τη διασφάλιση αξιοπρεπούς βιοτικού επιπέδου. Για την αξιολόγηση της επάρκειας, οι χώρες της ΕΕ θα καθορίζουν ένα «καλάθι αγαθών και υπηρεσιών» σε πραγματικές τιμές.
Παράλληλα, οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας θα πρέπει να ενισχυθούν σε χώρες όπου καλύπτουν λιγότερο από το 80% των εργαζομένων
Να σημειωθεί ότι η απόφαση που περιγράφεται παρακάτω δεν είναι τελεσίδικη, αφού θα πρέπει τώρα να εγκριθεί πρώτα από την επιτροπή Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων του Κοινοβουλίου, πριν υποβληθεί σε ψηφοφορία στην ολομέλεια. Το Συμβούλιο πρέπει επίσης να εγκρίνει τη συμφωνία.
Τι προβλέπει η συμφωνία:
Επαρκείς μισθοί
Η συμφωνία προβλέπει ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να αξιολογήσουν κατά πόσον οι υφιστάμενοι νόμιμοι κατώτατοι μισθοί τους (δηλαδή ο χαμηλότερος μισθός που επιτρέπεται) είναι επαρκείς για να εξασφαλίσουν αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, λαμβάνοντας υπόψη τις δικές τους κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, την αγοραστική τους δύναμη ή τα μακροπρόθεσμα εθνικά επίπεδα παραγωγικότητας και εξελίξεις.
Για την αξιολόγηση της επάρκειας, οι χώρες της ΕΕ μπορούν να καθορίσουν ένα «καλάθι αγαθών και υπηρεσιών» σε πραγματικές τιμές. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εφαρμόζουν ενδεικτικές τιμές αναφοράς που χρησιμοποιούνται ευρέως διεθνώς, όπως το 60% του ακαθάριστου διάμεσου μισθού και το 50% του ακαθάριστου μέσου μισθού.
Οι κρατήσεις από τον κατώτατο μισθό ή οι διαφοροποιήσεις του θα πρέπει να μην εισάγουν διακρίσεις, να είναι αναλογικές και να έχουν θεμιτό στόχο, όπως η ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών ή παρακρατήσεων που διατάσσονται από δικαστική ή διοικητική αρχή.
Συλλογικές διαπραγματεύσεις
Οι διαπραγματευτές της ΕΕ συμφώνησαν ότι οι χώρες της ΕΕ θα πρέπει να ενισχύσουν τις κλαδικές και διακλαδικές συλλογικές διαπραγματεύσεις ως ουσιαστικό παράγοντα για την προστασία των εργαζομένων, παρέχοντάς τους έναν κατώτατο μισθό.
Τα κράτη μέλη στα οποία λιγότερο από το 80% του εργατικού δυναμικού προστατεύεται από συλλογική σύμβαση θα πρέπει να καταρτίσουν σχέδιο δράσης για τη σταδιακή αύξηση της κάλυψης αυτής. Για τον σχεδιασμό της βέλτιστης στρατηγικής για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να εμπλέκουν τους κοινωνικούς εταίρους και να ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται και να δημοσιοποιούν το σχέδιο.
Έλεγχοι και δικαίωμα προσφυγής
Το συμφωνηθέν κείμενο προβλέπει επίσης την υποχρέωση των χωρών της ΕΕ να θεσπίσουν ένα σύστημα για την εφαρμογή των κανόνων, το οποίο θα περιλαμβάνει αξιόπιστη παρακολούθηση, ελέγχους και επιτόπιες επιθεωρήσεις, ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση και να αντιμετωπίζεται η καταχρηστική υπεργολαβία, η ψευδής αυτοαπασχόληση, οι μη καταγεγραμμένες υπερωρίες ή η αυξημένη ένταση εργασίας.
Οι εθνικές αρχές θα πρέπει να διασφαλίζουν το δικαίωμα προσφυγής των εργαζομένων των οποίων τα δικαιώματα έχουν παραβιαστεί. Οι αρχές πρέπει επίσης να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των εργαζομένων και των συνδικαλιστικών τους εκπροσώπων.