Με την αύξηση του κατώτατου μισθού (στα 870 ευρώ) θα συνδεθούν από τον ερχόμενο Απρίλιο οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων, με στόχο ο εισαγωγικός μισθός στο Δημόσιο να φτάσει το 2027 στα 950 ευρώ.
Οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό του ιδιωτικού τομέα για το 2025 αναμένεται να κινηθούν στο 4,5% (3% πληθωρισμός+1% αύξηση της παραγωγικότητας +0,50% μείωση των ασφαλιστικών εισφορών). Έτσι, ο κατώτατος μισθός από τα 830 μεικτά, θα διαμορφωθεί 867,35 ευρώ και υπολείπονται 90 ευρώ για τη διετία 2026-27, προκειμένου να φτάσει στα 950 ευρώ, που αποτελεί κυβερνητική δέσμευση.
Με αυστηρά μαθηματικά ο κατώτατος μισθός του ιδιωτικού τομέα - Πώς θα προκύπτει
Η Ευρωπαϊκή Οδηγία αποσκοπεί στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θεσπίζει πλαίσιο για την επάρκεια των νόμιμων κατώτατων μισθών και την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
- Αφενός, τα κράτη μέλη καλούνται να καθορίζουν σαφή κριτήρια και αντικειμενικές διαδικασίες για τον καθορισμό και την επικαιροποίηση των νόμιμων κατώτατων μισθών, ενώ δύνανται να χρησιμοποιούν μηχανισμό αυτόματης αναπροσαρμογής των κατώτατων μισθών.
- Αφετέρου, τα κράτη μέλη καλούνται να εκπονήσουν Σχέδιο Δράσης για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Στο πόρισμα που εξέδωσε η Επιτροπή προτείνει τη χρήση μαθηματικού τύπου ως έναν πιο αντικειμενικό τρόπο υπολογισμού του κατώτατου μισθού, ακολουθώντας το παράδειγμα του γαλλικού συστήματος αλλά και άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Στο προτεινόμενο σύστημα ο καθορισμός και η αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου γίνεται αυτόματα, με βάση συντελεστή που προκύπτει από το άθροισμα:
- του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή μεταξύ της 1ης Ιουλίου του προηγούμενου έτους και της 30ης Ιουνίου του τρέχοντος για το χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών και
- του ημίσεως του ετήσιου ποσοστού μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του γενικού δείκτη μισθών κατά την ίδια χρονική περίοδο.
Δηλαδή η Επιτροπή προτείνει η αυτόματη αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού να λαμβάνει υπόψιν και τον πληθωρισμό και την αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας.
Ο μηχανισμός αυτός θα διατηρεί ακέραια την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα και θα επιτρέπει στους αμειβόμενους με κατώτατο μισθό να επωφελούνται από την αύξηση της παραγωγικότητας και των πραγματικών μισθών στην οικονομία. Η εφαρμογή του προτεινόμενου μαθηματικού τύπου μπορεί να εκκινήσει το 2027, μετά την ενσωμάτωση της σχετικής Οδηγίας στο εθνικό δίκαιο και την προετοιμασία από την ΕΛΣΤΑΤ των απαραίτητων δεικτών υπολογισμού.
Επισημαίνεται ότι ο κατώτατος μισθός που θα διαμορφώνεται μέσω αυτού του συστήματος δεν επιτρέπεται να μειωθεί, διασφαλίζοντας έτσι το γενικό επίπεδο προστασίας των εργαζομένων.
Στα πλεονεκτήματά του συμπεριλαμβάνονται:
- η προβλεψιμότητα ως προς την μελλοντική πορεία του κατώτατου μισθού, η οποία βοηθάει στη μείωση της αβεβαιότητας εργαζομένων και εργοδοτών και, κατά συνέπεια, στηρίζει αφενός τον προγραμματισμό των εργαζομένων και αφετέρου την λειτουργία των επιχειρήσεων ενώ ενθαρρύνονται οι επενδύσεις,
- η εισαγωγή των κριτηρίων της Οδηγίας με τρόπο που προστατεύει την διαμόρφωση κατώτατου μισθού από την απόκλιση από τις δυνατότητες της πραγματικής οικονομίας, εξασφαλίζοντας έτσι την μακροχρόνια οικονομική διατηρησιμότητα,
- η προστασία της αγοραστικής δύναμης του χαμηλότερου 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών,
- η δικαιότερη κατανομή των μισθών για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία,
- η συνολική ενίσχυση της αξιοπιστίας της οικονομικής πολιτικής της χώρας.
Δημόσιοι υπάλληλοι
Συγκεκριμένα, από την άνοιξη του 2025 αναμένεται σχεδόν 700.000 δημόσιοι υπάλληλοι να αρχίσουν να βλέπουν νέες ετήσιες αυξήσεις, οι οποίες σταδιακά, θα φτάσουν και τα 100 ευρώ τον μήνα.
Έτσι, για παράδειγμα, υπάλληλος του Δημοσίου, με 1.200 ευρώ μισθό, θα δει τις αποδοχές του να ανεβαίνουν στα 1.300 ευρώ.
Η αύξηση αυτή έρχεται μετά το νέο, αυξημένο Ενιαίο Μισθολόγιο, το οποίο ισχύει στο Δημόσιο από την 1η Ιανουαρίου του 2024, μαζί και άλλες αυξήσεις σε ειδικές κατηγορίες των δημοσίων υπαλλήλων.
O πρωθυπουργός ανέφερε πως οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων δεν πρέπει υπολείπονται του κατώτατου μισθού, γιατί το εισόδημα πρέπει να ενισχύεται τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα.
Παράλληλα, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης ανέφερε πως θα αυξηθούν οι εισαγωγικοί μισθοί, κάτι που θα συμπαρασύρει και τα παραπάνω κλιμάκια λόγω μίας κοινοτικής οδηγίας, ενώ θα δοθεί μπόνους στους πιο αποδοτικούς υπαλλήλους. Ο ίδιος ανέφερε πως αυξήσεις στους δημοσίου υπαλλήλους θα δίδονται κάθε χρόνο.
Ένστολοι και γιατροί
Επίσης, όσον αφορά τους ένστολους και τους γιατρούς, ανακοινώθηκαν οι εξής αυξήσεις:
- Αυτοτελής φορολόγηση της αμοιβής των εφημεριών των γιατρών του ΕΣΥ με συντελεστή 22%, που ισοδυναμεί με (σ.σ. έμμεση) μεσοσταθμική αύξηση αποδοχών κατά 130 ευρώ τον μήνα.
- Εισαγωγή πρόσθετου κινήτρου έως 7.200 ευρώ ετησίως (σ.σ. 200 ευρώ έως 600 ευρώ κάθε μήνα) στους ιατρούς που θα στελεχώσουν δομές υγείας σε απομακρυσμένες περιοχές.
- Αύξηση 20% στην αποζημίωση νυχτερινής απασχόλησης σε Ένοπλες Δυνάμεις, Λιμενικό, Αστυνομία και Πυροσβεστική.
Ανοίγει η κουβέντα για επαναφορά 13ου και 14ου μισθού
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων θέτει πλέον επίσημα -και εγγράφως- το ζήτημα επαναφοράς του 13ου και 14ου μισθού (γνωστά ως δώρο Χριστουγέννων, δώρο Πάσχα και επίδομα αδείας) στον δημόσιο τομέα.
Το αίτημα υποβλήθηκε σήμερα εγγράφως στον αρμόδιο υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ενώ χθες πραγματοποιήθηκε συνάντηση του Αντιπροέδρου της Ένωσης, Χαράλαμπου Σεβαστίδη, με τον Διευθυντή του γραφείου του υφυπουργού για το ζήτημα αυτό.
Η Ένωση θεωρεί ότι ο δικαιολογητικός λόγος της κατάργησης των επιδομάτων εορτών και αδείας πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει εκλείψει μετά την είσοδο της χώρας στη λεγόμενη «μεταμνημονιακή εποχή».
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωση της η Ένωση: «Ο θεσμός των δώρων, που εξακολουθεί να ισχύει στον ιδιωτικό τομέα, πρέπει να παραμείνει ζωντανός και στον δημόσιο. Αντικατοπτρίζει υπερεκατονταετείς αγώνες και κατακτήσεις των εργαζομένων που δόθηκαν σε εξαιρετικά δύσκολες και αντίξοες πολιτικές και οικονομικές συνθήκες».
«Το αίτημά μας είναι δίκαιο και απαιτείται μια ευρύτερη κοινωνική στήριξή του», αναφέρει η ανακοίνωση.
Να σημειωθεί ότι η Ένωση ζήτησε εκ νέου συνάντηση με τον αρμόδιο υπουργό.