Η πενθήμερη εργασία θεωρείται δεδομένη στις δυτικές βιομηχανικές χώρες. Δεν ήταν όμως πάντα έτσι. Κατά τη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης οι εργαζόμενοι δούλευαν στα εργοστάσια πάνω από 70 ώρες την εβδομάδα. Η κατάσταση άλλαξε με την καθιέρωση των συνδικάτων και τον αγώνα τους να περιορίσουν τις ώρες εργασίας.
Το 1926 ο αμερικανός βιομήχανος Χένρι Φορντ, ιδρυτής της ομώνυμης αυτοκινητοβιομηχανίας, ήταν ένας από τους πρώτους που εισήγαγαν στις μονάδες παραγωγής την πενθήμερη εργασία των συνολικά 40 ωρών. Θεωρούσε ότι εργαζόμενοι θα ήταν εξίσου παραγωγικοί αν είχαν ελεύθερες δύο ημέρες την εβδομάδα. Το πείραμα του Φορντ πέτυχε και η παραγωγικότητα αυξήθηκε. Άλλες βιομηχανίες ακολούθησαν το παράδειγμά του Φορντ και έτσι καθιερώθηκε η πενθήμερη εβδομάδα.
Περίπου 100 χρόνια αργότερα, μια νέα εκστρατεία για τη μείωση των ωρών εργασίας κερδίζει έδαφος: Η καθιέρωση της τετραήμερης εβδομάδας. Τα τελευταία χρόνια πραγματοποιήθηκαν πιλοτικές εφαρμογές της τετραήμερης εβδομάδας εργασίας σε Ιαπωνία, Νέα Ζηλανδία, Ιρλανδία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ και Ισλανδία. Τα αποτελέσματα ήταν θετικά. Η υγεία και η ευεξία των εργαζομένων βελτιώθηκαν και η παραγωγικότητα αυξήθηκε. Αρκετές έρευνες κάνουν μάλιστα λόγο ακόμα και για περιβαλλοντικά και κλιματικά οφέλη.
Μείωση ωρών εργασίας 10% εξοικονομεί σχεδόν 15% CO2
Η Τζούλιετ Σορ, οικονομολόγος και καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο αμερικανικό Boston College επιβεβαιώνει στις έρευνές της μια σαφή σχέση μεταξύ κλιματικού αποτυπώματος και ωρών εργασίας, τουλάχιστον σε χώρες με υψηλά εισοδήματα: «Διαπιστώσαμε ότι χώρες με πολλές ώρες εργασίας έχουν υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα CO2, ενώ χώρες με λιγότερες ώρες εργασίας έχουν χαμηλότερες εκπομπές», λέει η αμερικανίδα ειδικός. Μελέτη του 2012, στην οποία συμμετείχε η Τζούλιερ Σορ, έβαλε στο μικροσκόπιο τις χώρες του ΟΟΣΑ μεταξύ 1970 και 2007, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι: μια μείωση των ωρών εργασίας κατά 10% θα μπορούσε να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά σχεδόν 15%.
Πώς όμως προκύπτει η εξοικονόμηση CO2; Σύμφωνα με τη μελέτη, η μείωση των ωρών εργασίας κατά μία ημέρα θα μπορούσε: να περιορίσει την κατανάλωση ενέργειας στο χώρο εργασίας, να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τις μετακινήσεις, προάγοντας έτσι κίνητρα για έναν βιώσιμο τρόπο ζωής. Εκτός αυτού η εξ αποστάσεως εργασία θα μπορούσε να επιφέρει παρόμοια εξοικονόμηση εκπομπών, μιας και δεν θα απαιτούνταν πια μετακινήσεις από και προς τον χώρο εργασίας.
Η Τζούλιετ Σορ ήταν επικεφαλής δύο πρόσφατων πιλοτικών έργων σε Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ και Ιρλανδία με συμμετοχή 91 επιχειρήσεων από διάφορους τομείς και 3.500 εργαζομένων. Τα εξάμηνα προγράμματα διεξήχθησαν από τη μη κερδοσκοπική οργάνωση 4 Day Week Global με έδρα το Λονδίνο, τη δεξαμενή σκέψης Autonomy, το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ και το Boston College.
Το τετραήμερο είναι το μέλλον
Οι εργαζόμενοι έλαβαν τον ίδιο μισθό για τον ίδιο όγκο εργασίας, σαν να εργάζονταν πέντε και όχι τέσσερις ημέρες την εβδομάδα. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι εργαζόμενοι ήταν στις περισσότερες περιπτώσεις εξίσου παραγωγικοί, κάποιες μάλιστα φορές πιο παραγωγικοί, ασθενούσαν λιγότερο και αισθάνονταν συνολικά πιο υγιείς και ευτυχισμένοι. Μετά την ολοκλήρωση της μελέτης, πάνω από το 90% των επιχειρήσεων διατήρησαν την τετραήμερη εβδομάδα εργασίας. Μόλις ένα 4% επέστρεψε στο πενθήμερο.
Σύμφωνα με την καθηγήτρια Τζούλιετ Σορ απαιτούνται περισσότερες έρευνες σχετικά με τις επιπτώσεις της τετραήμερης εβδομάδας εργασίας στις εκπομπές ρύπων και την κατανάλωση ενέργειας. Μέχρι στιγμής η έμφαση δίνεται στην παραγωγικότητα και την ευημερία των εργαζομένων. Τους επόμενες μήνες θα διεξαχθούν σχετικά πιλοτικά προγράμματα σε Νότια Αφρική, Ευρώπη, Βραζιλία και Βόρεια Αμερική.
Σε γενικές γραμμές πάντως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κόσμος της εργασίας αλλάζει ριζικά. Η πανδημία οδήγησε στην ανατροπή πολλών δεδομένων. Παράλληλα η εμφάνιση της τεχνητής νοημοσύνης δημιουργεί νέες ευκαιρίες σε πολλούς τομείς. Η αμερικανίδα καθηγήτρια είναι πεπεισμένη ότι η τετραήμερη εβδομάδα εργασίας είναι, με τη μία ή την άλλη μορφή, το μέλλον.