Τεταμένο φαίνεται να είναι το πολιτικό σκηνικό της χώρας μετά την πρόταση μομφής την οποία κατέθεσε χθες το μεσημέρι στη Βουλή, κατά της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας.
Ως πρόταση μομφής ή αλλιώς πρόταση δυσπιστίας ορίζεται, η πρόταση εκείνη την οποία καταθέτει ένα κόμμα της αντιπολίτευσης στη Βουλή των Ελλήνων, με κύρια σκοπιμότητα του, να αποδομήσει την εμπιστοσύνη της κυβέρνησης ή ενός μέλους της.
Η κατάθεση της πρότασης μομφής πραγματοποιείται εφόσον λάβει την υπογραφή του 1/6 από όλο τον αριθμό των βουλευτών, δηλαδή των 50.
Ειδικότερα πρέπει να αναφέρονται και να επεξηγούνται αναλυτικά, τόσο τα θέματα με βάση τα οποία οι βουλευτές αίρουν την εμπιστοσύνη τους, από την τρέχουσα κυβέρνηση ή από κάποιο εκ των μελών της.
Η διαδικασία που ακολουθεί αφορά στην κατάθεση της πρότασης μομφής προς τον Πρόεδρο της Βουλής και έπειτα ακολουθεί μία δημόσια συνεδρίαση του Σώματος
Εάν και εφόσον η πρόταση υπογραφεί από τον ελάχιστο αριθμό βουλευτών, η Βουλή καλείται να διακόψει τις λειτουργίες της για δύο ημέρες, εκτός εάν ξεκινήσει άμεσα η συζήτηση για τη πρόταση δυσπιστίας.
Παράλληλα, προκειμένου να γίνει δεκτή η πρόταση μομφής, θα πρέπει να έχει υπερψηφιστεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών (151 βουλευτές). Στο μεταξύ, δεν μπορεί να υποβληθεί εκ νέου πρόταση μομφής, εάν δεν έχει συμπληρωθεί χρόνος έξι μηνών, από την απόρριψη προηγούμενης όμοιας πρότασης.
Τι θέλει να πετύχει ο ΣΥΡΙΖΑ
Το ερώτημα το οποίο δημιουργείται είναι, τι πραγματικά θέλει να πετύχει ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας με την κατάθεση της πρότασης μομφής; Είναι όντως μία επιχείρηση προκειμένου να άρει την εμπιστοσύνη της κυβέρνησης φαίρνωντας και πάλι στο προσκήνιο το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων... ή μήπως γίνεται μία προσπάθεια προκειμένου να πέσει η κυβέρνηση;
Το σίγουρο είναι ότι η κατάθεση της πρότασης μομφής, εκτός ότι θα οξύνει το πολιτικό κλίμα, πρόκειται να επιφέρει μία σειρά οφελών.
Ειδικότερα προβλέπεται ότι για το διάστημα των τριών επόμενων ημερών η κυβέρνηση θα βρίσκεται στην πολιτική φαρέτρα από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, με το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων να επανέρχεται στο προσκήνιο, οξύνοντας περισσότερο το κλίμα δυσπιστίας.
Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατίας θα δέχεται σφοδρή κριτική, ιδίως για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, με αποτέλεσμα να καλλιεργηθούν πολιτικές εντάσεις, οι οποίες θα κλονίσουν την πολιτική ακεραιότητα της Νέας Δημοκρατίας.
Συγκεκριμένα το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων πρόκειται να βαρύνει και την πολιτική παράταξη της Νέας Δημοκρατίας, εκτός του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, καθώς οι βουλευτές της κυβέρνησης του, θα κληθούν να στηρίξουν την πολιτική τους παράταξη, αναλαμβάνοντας έμμεσα ευθύνες για το σκάνδαλο.
Η όξυνση αυτή του πολιτικού κλίματος πρόκειται να καλλιεργήσει έμπρακτα τη δυσπιστία έναντι της κυβέρνησης, φέροντας συνέπειες στο επερχόμενο κλίμα των εκλογών και στις κάλπες.
Στο προεκλογικό σκηνικό με αφορμή τις ευθύνες πρόκειται να θιχτεί και η ακεραιότητα των λοιπών κομμάτων, καθώς άμεσα συνδεδεμένο είναι το ΠΑΣΟΚ, αλλά και η στάση του Νίκου Ανδρουλάκη.