Τη λέξη «αλώβητος» τη χρησιμοποιούμε αρκετά συχνά για να περιγράψουμε κάποιον ή ακόμη και μία κατάσταση. Γνωρίζουμε όμως τι σημαίνει;
Η σημασία της λέξης
Αρχικά, η ετυμολογία της λέξης προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ουσιαστικό «η λώβη»:
- αλώβητος < (ελληνιστική κοινή) ἀλώβητος < α- + αρχαία ελληνική λωβάομαι / λωβῶμαι < λώβη.
«Αλώβητος» λοιπόν είναι αυτός που δεν έχει πάθει φυσική ή ηθική ζημιά, ο ακέραιος, ο σώος, που δεν τραυματίστηκε / που δεν υπέστη ηθική μείωση (αλώβητη φήμη).
Συνώνυμα: αβλαβής, ακέραιος, άτρωτος.
Μείνετε συντονισμένοι στο Proson.gr για να μαθαίνετε τα «περίεργα» και ενδιαφέροντα των ελληνικών λέξεων.