Κακά είναι τα νέα για τους γονείς που, προκειμένου να ξεκουραστούν, «παρκάρουν» τα παιδιά τους μπροστά από μία οθόνη. Έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Frontiers in Developmental Psychology» δείχνει ότι τα μικρά παιδιά, των οποίων οι γονείς χρησιμοποιούν πολύ οθόνες, περνούν και αυτά πολύ χρόνο σε οθόνες και φαίνεται να δυσκολεύονται στις γλωσσικές δεξιότητες.
Επιστήμονες στην Εσθονία εξέτασαν με τη βοήθεια ερωτηματολογίων τους γονείς περισσότερων από 420 παιδιών, ηλικίας 2,5-4 ετών, σχετικά με τη χρήση της οθόνης από τους ίδιους και από τα παιδιά τους, καθώς και τις γλωσσικές δεξιότητες των παιδιών.
Στη συνέχεια ταξινόμησαν τόσο τα παιδιά όσο και τους ενήλικες σε τρεις ομάδες χρήσης οθόνης: υψηλή, μέτρια και χαμηλή. Αναλύοντας τα δεδομένα διαπίστωσαν ότι οι γονείς που χρησιμοποιούν πολύ τις οθόνες έχουν επίσης παιδιά που χρησιμοποιούν πολύ τις οθόνες. Επίσης, εντόπισαν ότι ο μεγαλύτερος χρόνος χρήσης οθόνης από τα παιδιά συνδέεται με φτωχότερες γλωσσικές δεξιότητες. Τα παιδιά που χρησιμοποιούσαν λιγότερο τις οθόνες είχαν υψηλότερη βαθμολογία τόσο στη γραμματική όσο και στο λεξιλόγιο, ενώ επιπλέον καμία μορφή χρήσης οθόνης δεν είχε θετική επίδραση στις γλωσσικές δεξιότητες των παιδιών.
«Ενώ η ανάγνωση ηλεκτρονικών βιβλίων και το παιχνίδι ορισμένων εκπαιδευτικών παιχνιδιών μπορεί να προσφέρουν ευκαιρίες γλωσσικής εκμάθησης, ιδίως για τα μεγαλύτερα παιδιά, η έρευνα δείχνει ότι ο παράγοντας με τη μεγαλύτερη επιρροή κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής τους είναι η καθημερινή λεκτική αλληλεπίδραση γονέα-παιδιού», εξηγεί η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Τάρτου, Τίια Τούλβιστε.