Oλοκληρώνεται σήμερα, Πέμπτη 5 Νοεμβρίου, η συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής του νομοσχεδίου του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού.
Το νομοσχέδιο θα ψηφιστεί σήμερα και αφορά την «Ενσωμάτωση της κοινοτικής οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αναπροσαρμογή μισθών των δημοσίων υπαλλήλων». Η συζήτηση ξεκίνησε εχθές με τους εισηγητές των κοινοβουλευτικών κομμάτων.
Υπέρ της αρχής του νομοσχεδίου στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής είχε ταχθεί μόνο η Νέα Δημοκρατία, ενώ από τα κόμματα της αντιπολίτευσης το καταψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και Νέα Αριστερά. ΠΑΣΟΚ, Ελληνική Λύση, «Νίκη», Πλεύση Ελευθερίας και «Σπαρτιάτες» επιφυλάχθηκαν για την Ολομέλεια.
Τι προβλέπει η κοινοτική οδηγία
Η Ευρωπαϊκή Οδηγία αποσκοπεί στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θεσπίζει πλαίσιο για την επάρκεια των νόμιμων κατώτατων μισθών και την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
- Αφενός, τα κράτη μέλη καλούνται να καθορίζουν σαφή κριτήρια και αντικειμενικές διαδικασίες για τον καθορισμό και την επικαιροποίηση των νόμιμων κατώτατων μισθών, ενώ δύνανται να χρησιμοποιούν μηχανισμό αυτόματης αναπροσαρμογής των κατώτατων μισθών.
- Αφετέρου, τα κράτη μέλη καλούνται να εκπονήσουν Σχέδιο Δράσης για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Στο πόρισμα που εξέδωσε η Επιτροπή προτείνει τη χρήση μαθηματικού τύπου ως έναν πιο αντικειμενικό τρόπο υπολογισμού του κατώτατου μισθού, ακολουθώντας το παράδειγμα του γαλλικού συστήματος αλλά και άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Στο προτεινόμενο σύστημα ο καθορισμός και η αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου γίνεται αυτόματα, με βάση συντελεστή που προκύπτει από το άθροισμα:
- του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή μεταξύ της 1ης Ιουλίου του προηγούμενου έτους και της 30ης Ιουνίου του τρέχοντος για το χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών και
- του ημίσεως του ετήσιου ποσοστού μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του γενικού δείκτη μισθών κατά την ίδια χρονική περίοδο.
Δηλαδή η Επιτροπή προτείνει η αυτόματη αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού να λαμβάνει υπόψιν και τον πληθωρισμό και την αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας.
Ο μηχανισμός αυτός θα διατηρεί ακέραια την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα και θα επιτρέπει στους αμειβόμενους με κατώτατο μισθό να επωφελούνται από την αύξηση της παραγωγικότητας και των πραγματικών μισθών στην οικονομία. Η εφαρμογή του προτεινόμενου μαθηματικού τύπου μπορεί να εκκινήσει το 2027, μετά την ενσωμάτωση της σχετικής Οδηγίας στο εθνικό δίκαιο και την προετοιμασία από την ΕΛΣΤΑΤ των απαραίτητων δεικτών υπολογισμού.
Επισημαίνεται ότι ο κατώτατος μισθός που θα διαμορφώνεται μέσω αυτού του συστήματος δεν επιτρέπεται να μειωθεί, διασφαλίζοντας έτσι το γενικό επίπεδο προστασίας των εργαζομένων.
Στα πλεονεκτήματά του συμπεριλαμβάνονται:
- η προβλεψιμότητα ως προς την μελλοντική πορεία του κατώτατου μισθού, η οποία βοηθάει στη μείωση της αβεβαιότητας εργαζομένων και εργοδοτών και, κατά συνέπεια, στηρίζει αφενός τον προγραμματισμό των εργαζομένων και αφετέρου την λειτουργία των επιχειρήσεων ενώ ενθαρρύνονται οι επενδύσεις,
- η εισαγωγή των κριτηρίων της Οδηγίας με τρόπο που προστατεύει την διαμόρφωση κατώτατου μισθού από την απόκλιση από τις δυνατότητες της πραγματικής οικονομίας, εξασφαλίζοντας έτσι την μακροχρόνια οικονομική διατηρησιμότητα,
- η προστασία της αγοραστικής δύναμης του χαμηλότερου 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών,
- η δικαιότερη κατανομή των μισθών για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία,
- η συνολική ενίσχυση της αξιοπιστίας της οικονομικής πολιτικής της χώρας.
Παράλληλα, προτείνεται η δημιουργία Επιτροπής Διαβούλευσης, η οποία θα αποτελείται κυρίως από εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων, προκειμένου να διατυπώνει γνώμη για το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και την επικαιροποίησή του, αναβαθμίζοντας έτσι τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στη διαδικασία.
Επιπλέον, προτείνεται η κατάρτιση οδικού χάρτη («σχεδίου δράσης») για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές διαπραγματεύσεις, με την ενεργή συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.
Οι τρεις τροπολογίες της αντιπολίτευσης
Τρεις τροπολογίες έχουν κατατεθεί από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, δύο από το ΠΑΣΟΚ και μία από τη Νέα Αριστερά.
Αυτές του ΠΑΣΟΚ αφορούν την αναβίωση του θεσμού της διαιτησίας ως μέσου επίλυσης συλλογικών διαφορών και τη διαδικασία καθορισμού του βασικού μισθού και ημερομισθίου, να επιστρέψει, να επανέλθει στους συλλογικούς εταίρους με την υπογραφή της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
Η Νέα Αριστερά προτείνει την αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων, αύξηση του κατώτατου μισθού στα 1.000 ευρώ και τον καθορισμό του μέσω της Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης για το 2025.
Το ΚΚΕ κατάθεσε αίτημα ονομαστικής ψηφοφορίας, επί της αρχής και επί των άρθρων 1 έως 15, του νομοσχεδίου που αφορά στην ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας για τις συλλογικές συμβάσεις και τον κατώτατου μισθό.