Σε ακραία φτωχοποίηση οδηγούνται δύο από τα δέκα ελληνικά νοικοκυριά, εξαιτίας της εκτόξευσης των τιμών σε ενέργεια, βασικά προϊόντα και στέγαση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η ακρίβεια πλήττει βάναυσα νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε όλη την Ελλάδα, καθώς μέσα στο 2021 ξόδεψαν πάνω από το 58% του μηναίου διαθέσιμου εισοδήματος μόνο για να μπορέσουν να στεγαστούν και να τραφούν πριν οι τιμές του ρεύματος και των τροφίμων πάρουν την ανηφόρα.
Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά της η efsyn, σύμφωνα με την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ 2021, η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές κατά το έτος 2022 ανήλθε στα 17.037 ευρώ ή 1419 ευρώ τον μήνα, καταγράφοντας αύξηση κατά 6,6% σε τρέχουσες τιμές ή 1,4% σε σταθερές τιμές σε σύγκριση με το 2020.
Σε σύγκριση, όμως, με το 2008 οι μέσες μηνιαίες δαπάνες των νοικοκυριών έχουν περικοπεί κατά το 1/3 σε τρέχουσες τιμές, ενώ μειωμένες κατά 27,4% είναι σε σύγκριση με το 2010.
Τη μερίδα του λέοντος στον οικογενειακό προϋπολογισμό απορροφούν οι δαπάνες διατροφής (22%), στέγασης (14,7%) και ακολουθεί το μεταφορικό κόστος (12,7%). Το μικρότερο μερίδιο δαπανών αντιστοιχεί στις υπηρεσίες εκπαίδευσης (3,4%), μειωμένο σε σύγκριση με το 2020 όταν πραγματοποιήθηκε η προηγούμενη έρευνα.
Αντίθετα οι δαπάνες για εστιατόρια-καφενεία και ξενοδοχεία αυξήθηκαν σε τρέχουσες τιμές κατά 18,6%, σε αναψυχή και πολιτισμό κατά 15,6% και σε ένδυση-υπόδηση κατά 14,6%, πάντα σε σύγκριση με το έτος 2020 που χαρακτηρίστηκε από τα παρατεταμένα λοκντάουν της πανδημίας.
Αποκαρδιωτική είναι, ωστόσο, η σύγκριση σε βάθος 14ετίας, αφού οι Έλληνες έχουν μειώσει σχεδόν κατά το ήμισυ τις δαπάνες για αναψυχή-πολιτισμό, εξόδους και διακοπές, ενώ σχεδόν 60% είναι οι περικοπές δαπανών για ένδυση-υπόδηση και διαρκή αγαθά.
Ανισότητα και κίνδυνος φτώχειας
- Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης (αγορές, τρέχουσες τιμές) του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 5,2 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης του φτωχότερου 20% του πληθυσμού (4,8 για το 2020).
- Τα νοικοκυριά του φτωχότερου 20% του πληθυσμού αύξησαν τις δαπάνες τους σε σχέση με το 2020 κατά 2,6%, ενώ τα νοικοκυριά του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού κατά 10,7%.
- Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης για είδη διατροφής των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 34,8% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 13,9%.
- O κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 17,1% του πληθυσμού της Χώρας, όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνο η ισοδύναμη δαπάνη με τρόπο κτήσεως την αγορά (15,6% το 2020), ενώ ο δείκτης μειώνεται στο 12,2% του πληθυσμού (11,9% το 2020), όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσεως (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος κ.λπ.)
- Η μέση μηνιαία ισοδύναμη δαπάνη των φτωχών νοικοκυριών εκτιμάται στο 33,9% των δαπανών των μη φτωχών νοικοκυριών. Τα φτωχά νοικοκυριά δαπανούν το 35,1% του μέσου προϋπολογισμού τους σε είδη διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών, ενώ τα μη φτωχά το 21%