Breaking news

ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ
A

“Ολοι στο σχολείο, άντρες, γυναίκες, παιδιά. Οποιος κρυφτεί, θα τουφεκίζεται”: Σαν σήμερα, 13/12/1943, οι ναζί και οι προδότες των ταγμάτων ασφαλείας διαπράττουν ένα από τα μεγαλύτερα τους εγκλήματα, την σφαγή των Καλαβρύτων.

Γύρω στις 9 το πρωί χώρισαν τα γυναικόπαιδα από τους άνδρες πάνω των 14 και έως 65 ετών. Κλείδωσαν τα γυναικόπαιδα στο σχολείο και οδήγησαν τον ανδρικό πληθυσμό λίγο έξω από την πόλη. Τους έβαλαν στη μέση και έστησαν γύρω – γύρω πολυβόλα. Την ίδια ώρα άλλα τμήματα Γερμανών στρατιωτών και ταγματασφαλιτών άρχισαν να λεηλατούν και να καταστρέφουν.

Το μεσημέρι, στις 2.34 (το ρολόι της εκκλησίας της πόλης μένει σταματημένο μέχρι σήμερα), μια φωτοβολίδα που έπεσε από την πόλη έδωσε το σύνθημα. Οι τριανταπέντε Γερμανοί στρατιώτες που χειρίζονταν τα πολυβόλα άρχισαν να ξερνούν το θάνατο. Οι άντρες άρχισαν να πέφτουν νεκροί ο ένας μετά τον άλλο. Εκατοντάδες νεκροί σχηματίζουν μεγάλο σωρό. Οι φονιάδες τελειώνουν το έργο τους με χαριστικές βολές. Συνολικά δολοφονήθηκαν πάνω από χίλια άτομα (14-80 ετών).

ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ

Κατάφεραν να σωθούν μόνο 13 άτομα που σκεπάστηκαν από τους νεκρούς συμπολίτες τους και θεωρήθηκαν νεκροί από τους ναζί. Σώθηκαν επίσης όσοι άκουσαν το κάλεσμα του ΕΛΑΣ και έφυγαν από τα Καλάβρυτα όταν έφτασαν οι Γερμανοί και όσοι κατάφεραν να δραπετεύσουν κατά την περίοδο της παραμονής των ναζί στη πόλη τις προηγούμενες μέρες.

Η τραγωδία συνεχίστηκε. Οι φασίστες έβαλαν φωτιά στο σχολείο που είχαν κλειδώσει τα γυναικόπαιδα και τους γέροντες. Σε κατάσταση αλλοφροσύνης έριχναν τα παιδιά τους από τα παράθυρα, κατάφεραν να σπάσουν τις πόρτες και αντίκρισαν όλη τη φρίκη.

Η διαταγή για την “επιχείρηση Καλάβρυτα” (“Unternehmen Kalawrita”) δόθηκε από τον Χίτλερ και τον στρατάρχη Κάιτελ (29/10/1943). Η εκτέλεση της επιχείρησης ανατέθηκε στον διοικητή της 117ης Μεραρχίας καταδρομών, αντιστράτηγο Καρλ φον Λε Σουίρ. Ο Λε Σουίρ αιχμαλωτίστηκε από τους Σοβιετικούς το 1945 και πέθανε στην αιχμαλωσία το 1954. Ο χασάπης Κάιτελ καταδικάστηκε στην Νυρεμβέργη και απαγχονίστηκε το 1946. Έκανε αίτηση να εκτελεστεί, ως στρατιωτικός, από απόσπασμα. Το Δικαστήριο την απέρριψε θεωρώντας τον εγκληματία πολέμου.

ΡΑΛΛΗΣ

Ο δοσίλογος “Πρωθυπουργός” Ιωάννης Ράλλης (που έφτιαξε τα τάγματα ασφαλείας), που γνώριζε για την σφαγή από πριν, ζητούσε να μην προχωρήσει η επιχείρηση των ναζί γιατί “δεν επιτρέπει εις την Κυβέρνησίν μου να φέρη εις αίσιον πέρας το έργον ό έχη αναλάβη, την αυτοτελή και αυτοδύναμον δηλαδή αντίδρασιν κατά των αναρχικών”.

Μετά τον πόλεμο ο Ι. Ράλλης “καταδικάστηκε”σε ισόβια χωρίς να πάει φυλακή. Έμεινε απλά υπό επιτήρηση. Είναι ο μόνος πρωθυπουργός-κουίσλιγκ στην Ευρώπη που πέθανε σπίτι του (1946).

Κανείς από τους συγκεκριμένους υπευθύνους του Ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων δεν λογοδότησε στη Δικαιοσύνη για αυτό το έγκλημα. Μόνο ο κατοχικός στρατιωτικός διοικητής της Ελλάδας, στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι καταδικάσθηκε το 1948 σε κάθειρξη 15 ετών για όλα τα εγκλήματα πολέμου του Γ’ Ράιχ στην Ελλάδα αλλά μετά από τρία χρόνια αφέθηκε ελεύθερος(!).

Τα Καλάβρυτα στέκουν αιώνια καταγγελία της αποκτήνωσης και της φρίκης που γεννά ο φασισμός, παγκόσμιο σύμβολο του αγώνα για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, της ειρήνης και της ελευθερίας.

ΚΑΛΑΒΡΥΤΑ

Ο  Αλέξης Μασούλας ο οποίος το 1943 ήταν 5 ετών είχε περιγράψει εκείνη την εφιαλτική ημέρα: “Μπήκαμε στο σχολείο και μας έκλεισαν εκεί. Τους άντρες, όπως μάθαμε αργότερα, τους ανέβασαν ψηλά, στον τόπο της εκτέλεσης. Ισως φοβούμενοι τους αντάρτες, κράτησαν εμάς κλεισμένους σαν αιχμαλώτους. Δεν είχαμε ιδέα τι θα συμβεί.Σύντομα άρχισαν να μας πνίγουν πυκνοί καπνοί. Επικράτησε πανικός. Μετά από λίγο άρχισε να καίγεται και το πάτωμα. Οι Γερμανοί προσπάθησαν να βάλουν φωτιά και στο σχολείο με τα γυναικόπαιδα. Αυτό δεν έχει ακουστεί. Θυμάμαι γυναίκες να πηδούν από τα παράθυρα, να πετούν τα παιδιά τους για να τα σώσουν. Νομίζαμε ότι θα πεθάνουμε μέχρι που κάποια στιγμή άνοιξε η πόρτα από την πίεση. Ο φρουρός δεν αντέδρασε. Κανείς δεν ξέρει γιατί. Εγώ με την θεία μου και μια ψυχοκόρη που είχε, λίγο μεγαλύτερη από εμένα, κρυφτήκαμε σε ένα χαντάκι. Βλέπαμε όλα τα σπίτια στα Καλάβρυτα να καίγονται.” Αργότερα, οι γυναίκες και τα παιδιά ανέβηκαν στον λόφο για να βρουν τους συγγενείς τους.

Όπως είχε αναφέρει ο Αλέξης Μασούλας: ‘”Οι γυναίκες που έφτασαν στον τόπο της σφαγής τσαλαβουτούσαν ανάμεσα σε πτώματα για να βρουν τους δικούς τους. Θυμάμαι γυναίκες να μαζεύουν κομμάτι κομμάτι τα σώματα των αγαπημένων τους προσώπων. Εμένα η θεία μου δεν με άφησε να μπω ανάμεσα στα πτώματα. Οι σκηνές όμως δεν σβήνουν.

Ο θείος μου ήταν κάτω από πολλά άψυχα σώματα με τρεις ή τέσσερις σφαίρες στο πρόσωπό και την καρωτίδα. Είχαμε μαζί μας μια κουβέρτα, τον τυλίξαμε και κατεβήκαμε στο νεκροταφείο. Έκανε φοβερό κρύο και το χώμα ήταν παγωμένο όμως έπρεπε να τον θάψουμε. Όλες οι γυναίκες έσκαβαν με τα χέρια και με κάποιες μυτερές πέτρες. Μείναμε τρία με τέσσερα βράδια στο νεκροταφείο για να μην έρθουν τα τσακάλια και ορμήσουν στα πτώματα. Κάθε γυναίκα έθαβε τους δικούς της, τον άντρα της, τα παιδιά της. Άκουγες έναν συνεχή θρήνο, άναρθρες κραυγές και κατάρες”

Google News Ακολουθήστε το Proson στo Google News

Δημοφιλείς Ειδήσεις