Ακατανόητη χαρακτηρίζει ο Φαρμακευτικός Σύλλογος Αττικής (ΦΣΑ) την απόφαση του υπουργείου Υγείας να βγάλει εκτός του καταλόγου των φαρμάκων που αποζημιώνονται, δύο ισχυρά παυσίπονα που περιέχουν την ουσία κωδεΐνη.
Πρόκειται για τα σκευάσματα LONARID-N tb. και LONALGAL tb, για τα οποία σε ανάρτησή του ο αντιπρόεδρος του ΦΣΑ Γιάννης Δαγρές επισημαίνει τους κινδύνους από την χωρίς ιατρική επίβλεψη χρήση τους, καθώς όπως αναφέρει η κωδεΐνη μεταβολίζεται από τον οργανισμό σε μορφίνη, με πιθανές παρενέργειες από τη χρήση.
Μάλιστα, ο ΦΣΑ με επιστολή του προς τον υπουργό Υγείας Άδωνι Γεωργιάδη, ζητεί την επανεξέταση της απόφασης.
Αναλυτικά η ανάρτηση του κ. Δαγρέ, αναφέρει τα εξής:
«Με έκπληξη ενημερωθήκαμε ότι στις 29-4-2024 εκδόθηκε υπουργική απόφαση από το Υπουργείο Υγείας, (Υπ. Απόφ. 17778, 29-4-2024) σύμφωνα με την οποία τα φαρμακευτικά σκευάσματα LONARID-N tb. και LONALGAL tb. απεντάχθηκαν από τον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων στην οποία ανήκαν μέχρι τώρα, δηλαδή οι ασθενείς που τα χρειάζονται θα πρέπει πλέον να τα πληρώνουν πλέον εξ΄ ολοκλήρου από την τσέπη τους για να έχουν πρόσβαση σε αυτά.
Θυμίζουμε ότι τα φαρμακευτικά σκευάσματα αυτά περιέχουν τη φαρμακευτική ουσία κωδεΐνη, απαραίτητη και αναντικατάστατη σε ασθενείς με πόνο που δεν ανταποκρίνεται στα κοινά αναλγητικά όπως πχ. η παρακεταμόλη ή η ιβουπροφένη.
Θυμίζουμε επίσης ότι η κωδεΐνη μεταβολίζεται μέσα στον ανθρώπινο οργανισμό σε μορφίνη, ένα ισχυρό οπιοειδές αναλγητικό που ανήκει στην κατηγορία των ναρκωτικών, που σημαίνει ότι η χρήση της επ΄ ουδενί δεν μπορεί αν είναι επιπόλαιη και χωρίς επίβλεψη, καθώς συνοδεύεται από δυνητικώς σοβαρές προειδοποιήσεις-προφυλάξεις και παρενέργειες στη χρήση του, και συνάμα έχει εθιστική δράση.
Γι΄ αυτόν τον λόγο τα φάρμακα αυτά δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση μία πολυτέλεια του σύγχρονου τρόπου ζωής, αλλά στην πραγματικότητα είναι απαραίτητα για χιλιάδες συνανθρώπους μας ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται και ασθενείς με καρκίνο.
Τέλος θυμίζουμε ότι η αμέσως επόμενη γραμμή άμυνας (ανακούφισης) για τέτοιους ασθενείς αποτελούν διαφορετικού πλέον είδους σκευάσματα με ακόμα μεγαλύτερη συγκέντρωση οπιοειδών (ναρκωτικών) αναλγητικών ουσιών, δηλαδή με αυξημένη εικόνα δυνητικών προειδοποιήσεων και εθισμού στη χρήση τους.
Για τους παραπάνω λόγους, είναι ακατανόητη η συγκεκριμένη απόφαση του Υπουργείου Υγείας να μην αποζημιώνονται πλέον τα συγκεκριμένα φάρμακα για τους συνανθρώπους μας που τα χρειάζονται ειδικά τη στιγμή που δεν υπάρχουν αντίστοιχες εναλλακτικές θεραπείες να καλυφθούν, στο ίδιο κόστος και με το ίδιο προφίλ ασφάλειας και αποτελεσματικότητας.
Αποτελεί δηλαδή, κατά τη γνώμη μας, μία υγειονομικώς λανθασμένη, και κοινωνικώς οπισθοδρομική ενέργεια, που δεν τιμά το Σύστημα Υγείας μίας Οργανωμένης Πολιτείας και ενός Κράτους Δικαίου βασισμένα πάνω στα Καθολικά Δικαιώματα του Ανθρώπου και στην Κοινωνική Αλληλεγγύη και Σταθερότητα.
Και δεν έχει καμία απολύτως σημασία ούτε αποτελεί αποδεκτή αιτιολόγηση, από την οπτική γωνία των ασθενών και των αναγκών τους, το ότι η απόφαση αυτή πάρθηκε βάσει συγκεκριμένης κείμενης Νομοθεσίας.
Σύμφωνα μάλιστα με τη Δρ. Χρυσάνθη Σαρδέλη (Ιατρός Μαιευτήρας Γυναικολόγος & Διδάκτωρ Κλινική Φαρμακολογίας του Εργαστηρίου Κλινικής Φαρμακολογίας του Α.Π.Θ.): “Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να γίνουν γνωστά το σκεπτικό και η νομική τεκμηρίωση αυτής της αλλαγής, δεδομένων των όσων ορθώς αναφέρονται στο συνημμένο (σ.σ.: Αναφέρεται στην παρούσα ανακοίνωση) αλλά ΚΑΙ του γεγονότος ότι όλες οι δραστικές ουσίες (κωδεΐνη, παρακεταμόλη) που περιέχονται στα εν λόγω σκευάσματα αναφέρονται στην WHO Model List for Essential Drugs ως απαραίτητα φάρμακα”.
Η Κυβέρνηση λοιπόν, κρίνουμε ότι θα πρέπει να προβεί σε όλες εκείνες τις ενέργειες που είναι απαραίτητες, ώστε να διορθώσει το λάθος της αυτό, και τα συγκεκριμένα σκευάσματα να συνεχίσουν να αποζημιώνονται από το Σύστημα Υγείας και έτσι να είναι προσβάσιμα χωρίς εμπόδια σε όλους εκείνους τους συνανθρώπους μας που τα έχουν ανάγκη».