Το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) επιδίκασε αποζημίωση 3.000 ευρώ σε ιδιοκτήτρια ακινήτων, σύμφωνα με τον νόμο 4055/2012 για «δίκαιη δίκη και εύλογη διάρκεια αυτής», λόγω υπέρβασης της εύλογης διάρκειας της δίκης της, καθώς δόθηκαν 11 αναβολές και η απόφαση εκδόθηκε μετά από 5 χρόνια.
Ειδικότερα, σε ιδιοκτήτρια ακίνητων – η οποία διεκδικούσε αποζημίωση 4,5 εκατ. ευρώ από το Δημόσιο, επειδή τρία ακίνητά της δεν μπορούσαν να αξιοποιηθούν, καθώς υπήχθησαν στο καθεστώς εφαρμογής της αρχαιολογικής νομοθεσίας και δεν επιτρέπεται η οικοδόμηση κλπ – επιδικάστηκε το ποσό των 3.000 ευρώ (ζητούσε 8.000 ευρώ) για την ηθική βλάβη που υπέστη.
Το εν λόγω ποσό επιδικάστηκε καθώς για την έκδοση της οριστικής απόφασης χρειάστηκαν πέντε χρόνια, αφού προηγούμενα δόθηκαν 11 αναβολές, εκ των οποίων οι 8 ήταν αυτεπάγγελτες (δηλαδή αναβολές που δίνονται από τους ίδιους τους δικαστές) και οι τρεις λόγω κορονοϊού.
Συγκεκριμένα, η αίτηση της ιδιοκτήτριας κατατέθηκε στο ΣτΕ τον Μάρτιο του 2018. Αρχικά προσδιορίστηκε να συζητηθεί δύο χρόνια μετά (Φεβρουάριος 2020), αλλά αναβλήθηκε 11 φορές. Τελικά, συζητήθηκε 4 χρόνια μετά (Δεκέμβριο του 2022) και μετά από οκτώ ημέρες έγινε η διάσκεψη. Η απόφαση, με την οποία δικαιώθηκε η ιδιοκτήτρια, δημοσιεύθηκε τρεις μήνες μετά, τον Μάρτιο του 2023.
Στην αίτηση αποζημίωσης η ιδιοκτήτρια υποστήριξε ότι η υπόθεσή της δεν είχε καμία πολυπλοκότητα, υπήρχε σχετική νομολογία και ότι έχει περιέλθει «σε κατάσταση άγχους και στενοχώριας» λόγω «της ζωτικής σημασίας τής υπόθεσης για τα συμφέροντά της», κάτι που καθιστά επιβεβλημένη την επιδίκαση του ποσού των 8.000 ευρώ, ως δίκαιη ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη από την καθυστέρηση εκδίκασης της υπόθεσής της.
Το ΣτΕ έκρινε ότι το χρονικό το διάστημα που διήρκεσε η εκδίκαση της υπόθεσή της δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της «εύλογης διάρκειας» της δίκης κατά την έννοια της διάταξης του νόμου 4055/2012, ούτε τις απαιτήσεις της «λογικής προθεσμίας», κατά την έννοια του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ.
Παράλληλα, κρίθηκε από το δικαστήριο ότι η καθυστέρηση αυτή προκάλεσε πράγματι στην αιτούσα ηθική βλάβη για «την αποκατάσταση της οποίας κρίνεται δικαιολογημένη, ως δίκαιη ικανοποίηση η επιδίκαση σε αυτήν εύλογου χρηματικού ποσού».