Ο Καθηγητής αντισεισμικών κατασκευών, Παναγιώτης Καρύδης και η Δρ. Ελισσάβετ Φελώνη, επιστημονική συνεργάτιδα στο ΕΚΠΑ, μίλησαν στο «Κοινωνία Ώρα MEGA» για τις συνέπειες στις κατασκευές από τις καταστροφικές πλημμύρες που προκάλεσε η κακοκαιρία Daniel. Ο κ. Καρύδης τοποθετήθηκε αναφορικά το νερό και τα χωριά που έχουν πληγεί, και για το κατά πόσο θα είναι ξανά κατοικήσιμα.
«Αυτή η μόλυνση στο νερό μπορεί να εισχωρήσει και στη δομή των κτιρίων, στα πατώματα, στα ξύλα, σε όλα τα υλικά που είναι πορώδη. Οι τοίχοι και οι τοιχοποιίες έχουν κενό μέσα, δεν είναι συμπαγείς πάντοτε. Αυτό είναι ένα στοιχείο που δεν ξέρω πώς, αυτή η επιμόλυνση που έχει συμβεί μπορεί να καθαρίσει στους τοίχους. Αυτό είναι ένα στοιχείο. Όσο περνάει ο καιρός τόσο πολλαπλασιάζονται τα προβλήματα, και είναι πολυδιάστατα», είπε αρχικά.
«Στα κτίρια που έχουν βυθιστεί στο νερό, τα περισσότερα εξ αυτών είναι με αργιλικό υλικό. Όταν είναι στεγνό το υλικό είναι μια χαρά, όταν βραχεί γίνεται ολισθηρό και δημιουργεί πρόβλημα ευστάθειας του κτιρίου. Οποιαδήποτε ώρα και στιγμή μπορεί να έχουμε προβλήματα ευστάθειας. Το επόμενο θέμα είναι η υποσκαφή των θεμελίων. Η υποσκαφή των θεμέλιων παρουσιάζει εμφανή προβλήματα είτε αφανή», συμπλήρωσε ο κ. Καρύδης.
«Πρέπει να μάθουμε να ζούμε στο εξής με ανάλογες καιρικές συνθήκες»
Η κ. Φελώνη επεσήμανε ότι θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τα φυσικά φαινόμενα από εδώ και πέρα.
«Παρακολουθούμε συγκλονισμένοι τις ασύλληπτές καταστροφές που άφησε στο πέρασμά της η κακοκαιρία Daniel και τις απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, στο ζωικό κεφάλαιο στις καλλιέργειες, στις υποδομές κι παρά τις προειδοποιήσεις των επιστημόνων φανήκαμε ανέτοιμοι να διαχειριστούμε ένα φαινόμενο τέτοιου μεγέθους. Αυτό που βλέπουμε με όσοι μελετάμε καιρικά φαινόμενα, είναι ότι τα τελευταία χρονιά βλέπουμε ότι παρουσιάζουν μια αύξηση στη συχνότητα, στην ένταση, εμμονή ως προς την παρουσία τους πάνω από τις περιοχές. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε στο εξής με ανάλογες καιρικές συνθήκες και να είναι η κοινωνία μας πιο ανθεκτική», τόνισε χαρακτηριστικά.
Και πρόσθεσε η κ. Φελώνη: «Καλούμαστε να διαχειριστούμε άμεσα τις επιπτώσεις αυτού του φαινομένου και να επαναπροσδιορίσουμε το ζήτημα της διαχείρισης του πλημμυρικού κινδύνου. Είδαμε ότι τα μηνύματα που λάβαμε με τον Ιανό, δεν ήταν αρκετά και δεν κινηθήκαμε στην σωστή κατεύθυνση. Πρέπει να είμαστε σε ετοιμότητα, και το θέμα είναι ότι τα εργαλεία δεν έχουν αξιοπιστία τη δεδομένη στιγμή. Πρέπει να κινηθούμε γρηγορά να να αποκτήσουμε π[περισσότερα δεδομένα κι να; Δώσουμε στους ερευνητές πιο αξιόπιστα δεδομένα».
«Ο μεγαλύτερο κίνδυνος είναι το νερό»
Ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης μίλησε από την πλευρά του, για την επικινδυνότητα των μολύνσεων μετά την κακοκαιρία Daniel. Συγκεκριμένα, ο κ. Σαρηγιάννης εξήγησε πως δεν είναι υποχρεωτικό να φτάσει καθώς αυτή τη στιγμή τα προϊόντα έχουν καταστραφεί ενώ όπως είπε, υπάρχει δυνατότητα να το αποφύγουμε.
«Ο κίνδυνος να περάσει η μόλυνση σε προϊόντα που πηγαίνουν έξω από την περιοχή είναι χαμηλός. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε είναι η επιμόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα σε βάθος χρόνου, όταν θα αποσφραγιστούν τα νερά, και φύγει η λάσπη. Τότε, θα είμαστε σίγουροι εάν θα υπάρχει επιμόλυνση. Για να γίνει αυτό ενδιάμεσα, έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε καταγραφή και υπάρχουν τεχνικές που μπορούμε να κάνουμε ανάλογα με την περίπτωση(σ.σ για τις νέες καλλιέργειες). Όταν γίνει η αποστράγγιση των περιοχών μπορούμε να κάνουμε ανάλυση της κατάστασης της υγείας του εδάφους και των υπόγειων υδάτων. Εάν υπάρχουν περιοχές επιμολυσμένες και οι ντόπιοι θέλουν να ξανακαλλιεργήσουν τότε μπορούμε να αποκαταστήσουμε την υγεία του εδάφους. Άρα το θέμα είναι να αντιδράσουμε οργανωμένα».
Στη συνέχεια, ο κ. Σαρηγιάννης εξήγησε πως ο μεγαλύτερο κίνδυνος αυτή τη στιγμή είναι το νερό, με την έννοια της επιμόλυνσης, διότι υπάρχουν παθογόνοι παράγοντες από τη σήψη των ζώων και από χημικά που μπορεί να έχουν περάσει.
«Υπάρχουν περιοχές που είναι κατάλληλο το πόσιμο νερό. Στον Βόλο, για παράδειγμα, επειδή είναι μία αστική περιοχή το θέμα είναι να επεξεργαστεί ο όγκος του νερού. Το πρόβλημα είναι στα χωριά, αλλά υπάρχουν τεχνικές για αν το διορθώσουμε. Εγώ πιστεύω πως και σε ένα μήνα θα μπορούσε να αποκατασταθεί».
Υγειονομική βόμβα με χιλιάδες νεκρά ζώα
Τέλος, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, υπεύθυνος περίθαλψης άγριων ζώων «Εταιρίας Προστασίας Περιβάλλοντος Καστοριάς» μίλησε για τα νεκρά ζώα που αποτελούν υγειονομική βόμβα μετά την κακοκαιρία Daniel.
Πάνω από 45.000 είναι τα νεκρά ζώα, αιγοπρόβατα και χοίροι, σύμφωνα με τις έως τώρα καταγραφές από το οποία έχουν απομακρυνθεί με ασφάλεια τα μισά. Ο αριθμός των νεκρών ζώων αναμένεται να αυξηθεί στις επόμενες καταγραφές ενώ στα λιμνάζοντα νερά που έχουν αναμειχθεί με αποχευτεύσεις, στοιβάζονται και νεκρά τρωκτικά.
Η αφόρητη δυσοσμία στις πλημμυρισμένες περιοχές υπενθυμίζει κάθε στιγμή τον κίνδυνο για τη δημόσια υγεία που έχουν επισημάνει εδώ και μέρες οι ειδικοί, και αναμένεται να είναι το επόμενο στοίχημα για την Πολιτεία που καλείται να προφυλάξει τους κατοίκους από τη νέα απειλή.
Ο κ. Παναγιωτόπουλος είπε πως το 2022 είχαν περισυλλέξει 5.000 νεκρούς πελεκάνους στη λίμνη της Καστοριάς και εξήγησε τον τρόπο με τον οποίο γίνεται.
«Συλλέξαμε πολλά πουλιά. Ήταν δύσκολο να ανιχνεύσουνε τα ζώα αλλά αντιδράσαμε γρήγορα. Έπρεπε επίσης να ειδοποιήσουμε και τα γύρω χωριά και να ερευνήσουμε ποια ασθένεια είχαν τα πουλιά. Υπήρχε έλλειψη συντονισμού(σ.σ στην περισυλλογή των νεκρών ζώων από την κακοκαιρία Daniel). Η περιφέρεια εδώ άμεσα κάλεσε τους ανθρώπους και έγινε σύσκεψη με τον τότε υπουργό και άμεσα πήγαμε να τα περισυλλέξουμε».
Όπως εξήγησε, οι ευθύνες τότε μοιράστηκαν από τη περιφέρεια και στους δήμους με αποτέλεσμα η συλλογή των ζώων να γίνει και με ειδικό συνεργείο μολυσματικών αποβλήτων.
«Είναι πολύ επικίνδυνο εάν δεν φοράς της στολή. Δεν μπορείς να το πετάς στη καρότσα. Χρειάζεται εκπαιδευμένους ανθρώπους να τα μεταφέρουν. Πήγαιναν σε ειδικά ψυγεία και μετά για καύση».