Οι περισσότεροι ασθενείς που είχαν νοσηλευθεί σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) λόγω σοβαρής Covid-19 έχουν σωματικά, ψυχικά ή γνωστικά συμπτώματα και προβλήματα έναν χρόνο μετά το εξιτήριο από το νοσοκομείο, σύμφωνα με μία νέα ολλανδική επιστημονική μελέτη.
Είναι η πρώτη πολυκεντρική μελέτη διεθνώς, που εξετάζει σε τόσο βάθος χρόνου τα μακροχρόνια προβλήματα όσων επιβίωσαν σε ΜΕΘ μετά από βαριά Covid-19.
Μετά από ένα έτος, τρεις στους τέσσερις πρώην ασθενείς (74%) έχουν σωματικά συμπτώματα, ένας στους τέσσερις (26%) ψυχικά και ένας στους έξι (16%) γνωστικά προβλήματα. Τα συχνότερα σωματικά συμπτώματα είναι κόπωση και σωματική αδυναμία (39%), ακαμψία στις αρθρώσεις (26%), πόνοι στις αρθρώσεις (26%), μυϊκή αδυναμία (25%) και μυαλγία (21%).
Οι ερευνητές από πανεπιστήμια και 11 νοσοκομεία της Ολλανδίας, με επικεφαλής τους δρες Μαρίεκε Ζέγκερς και Χίντε Χισάκερς του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου του Ράντμπουντ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό «Journal of Αmerican Medical Association» (JAMA), μελέτησαν 246 ασθενείς -176 άνδρες και 70 γυναίκες με μέση ηλικία 61 ετών- που είχαν νοσηλευθεί σε ΜΕΘ το 2020 και αξιολόγησαν την κατάσταση της υγείας τους μετά από έναν χρόνο.
Διαπιστώθηκε ότι η πλειονότητα των ασθενών -τα τρία τέταρτα- εμφανίζουν λιγότερα ή περισσότερα προβλήματα ένα έτος μετά από την «περιπέτεια» της ΜΕΘ. Περίπου οι μισοί νιώθουν κόπωση, ενώ άλλοι πόνους, μυϊκή αδυναμία, δύσπνοια κ.ά. Ένας στους πέντε νιώθει αισθήματα άγχους ή μετατραυματικού στρες και ένας στους έξι γνωστικά προβλήματα, όπως εξασθένηση της μνήμης και της ικανότητας προσοχής.
Αυτά τα προβλήματα επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα της καθημερινής ζωής των πρώην ασθενών ΜΕΘ. Περισσότεροι από τους μισούς ανέφεραν ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εργασία τους: Κάποιοι αναγκάζονται να δουλεύουν με μειωμένο ωράριο, άλλοι ακόμη έχουν άδεια για λόγους υγείας και μερικοί έχουν παρατήσει τη δουλειά τους.
«Η μελέτη δείχνει πόσο απίστευτη επίπτωση έχει η εισαγωγή σε ΜΕΘ στις ζωές των πρώην ασθενών με Covid-19. Ακόμη και μετά από ένα έτος, οι μισοί νιώθουν κουρασμένοι ή δεν έχουν την ενέργεια να αναλάβουν πλήρως τις εργασίες τους», δήλωσε η Ζέγκερς.