Στροφή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής προς τη Δύση, αλλά «αλά Τούρκα» (προσπάθεια συνεννόησης με τον τρόπο που επιθυμεί η ΄Άγκυρα) αναμένει μετά τις πρόσφατες εκλογές στην γειτονική χώρα και την επανεκλογή Ερντογάν ο Παναγιώτης Τσάκωνας, καθηγητής διεθνών σχέσεων, σπουδών ασφάλειας και ανάλυσης εξωτερικής πολιτικής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ο Κύριος Ερευνητής και Επικεφαλής Προγράμματος Εξωτερικής Πολιτικής & Ασφάλειας, του ΕΛΙΑΜΕΠ, ωστόσο, ξεκαθαρίζει ότι αν και υπάρχει μια τέτοια ανάγκη στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, εντούτοις, αυτή η μετατόπιση δεν θα γίνει με έναν τρόπο που θα ακυρώνει και θα αναιρεί κάποιους από τους μεγαλεπήβολους στόχους που έχει θέσει ο Τούρκος πρόεδρος, τους οποίους και θα συνεχίσει να υποστηρίζει.
«Οι στόχοι, οι μεγαλεπήβολοι (μεταξύ άλλων στρατιωτική αυτονομία και το αφήγημα της μεγάλης πατρίδας) παραμένουν. Δεν εγκαταλείπονται. Μην ξεχνάτε ότι φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυση της σύγχρονης τουρκικής Δημοκρατίας που ίδρυσε στα ερείπια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ο Μουσταφά Κεμάλ «Ατατούρκ».
Παρόλα αυτά ο κ. Τσάκωνας εκτιμά ότι για τους επόμενους 18-24 μήνες ο Ερντογάν έχει επιλέξει την επιστροφή σε μια κανονικότητα των σχέσεων της Τουρκίας με τη Δύση αλλά και την εφαρμογή μιας πιο ορθόδοξης πολιτικής και λειτουργίας του τουρκικού κράτους. «Όλα αυτά αν συνεχιστούν- και θα σας έλεγα υποχρεωτικά θα συνεχιστούν για τους επόμενους 18-24 μήνες-γιατί ο Ερντογάν θέλει να αποφύγει την προσφυγή στο ΔΝΤ που θα κατακρημνίσει κυριολεκτικά την εικόνα του. Αυτό που αναρωτιέμαι είναι στο διάστημα των 18-24 μηνών μήπως υπάρχει και ένα παράθυρο ευκαιρίας για την χώρα μας, αναπτύσσοντας τον οδικό χάρτη είτε Τουρκίας-ΗΠΑ, είτε Τουρκίας-ΕΕ σύμφωνα με τα δικά μας συμφέροντα».
Η ελληνική στάση
Στο πλαίσιο αυτό, όπως λέει ο καθηγητής του ΕΚΠΑ, αυτό που χρειάζεται η ελληνική πλευρά έναντι της Τουρκίας από έναν ισχυρό πρωθυπουργό όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης που αισθάνεται σχετικά απελευθερωμένος από τις εσωκομματικές πιέσεις και δυνητικά θα μπορούσε να υποστηριχθεί από την αντιπολίτευση θα σας έλεγα ότι είναι ένας οδικός χάρτης που θα καθορίζει πως πρέπει η Ελλάδα να παρέμβει στην νέα διαπραγμάτευση που θα επιχειρήσει να κάνει η Τουρκία με τη Δύση. «Δεν πρέπει να είμαστε αμέτοχοι. Εκεί πρέπει να εξαργυρώσουμε τη στάση μας και του πυλώνα σταθερότητας που πρεσβεύουμε στην περιοχή. Υπάρχει και η ΕΕ. Δεν θα πρέπει να την βγάλουμε από το κάδρο αλλά να την διατηρούμε στο βαθμό που είναι χρήσιμη όσο η Τουρκία εξακολουθεί να την έχει ανάγκη είτε ως σύνολο, είτε κάποιες μεμονωμένες χώρες της ΕΕ προκειμένου να θέσουμε κάποιους όρους στη νέα σχέση Τουρκίας-ΕΕ».
Ποιες είναι οι όμως οι επόμενες κινήσεις του Ερντογάν στην εξωτερική πολιτική;
Οι όποιες ανακοινώσεις Ερντογάν είτε αφορούν την Ελλάδα, είτε αφορούν την Κύπρο εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο σχέσεων και αντίληψης που έχει η Τουρκία για τη Δύση απαντά ο κ. Τσάκωνας. «Δεν είμαστε αυτόνομοι παίκτες για την Τουρκία. Η Άγκυρα αντιλαμβάνεται και προσεγγίζει τα ζητήματα είτε με την Ελλάδα, είτε με την Κύπρο όχι ως κάτι ξεχωριστό. Είμαστε μέρος της ευρύτερης αντίληψης που έχει για τη Δύση. Και επομένως θα πρέπει να δούμε την όποια στροφή της εξωτερικής πολιτικής μέσα από τον τρόπο που θα επιλέξει ο Ερντογάν και η νέα του ομάδα να αναπτύξει τις σχέσεις με τη Δύση Σε κάθε περίπτωση θα τεθούν ζητήματα σε Αθήνα και Λευκωσία που θα επιλέξει ο Τούρκος Πρόεδρος ανάλογα με την συγκυρία και πάντα μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της σχέσης που θα επανακοθορίσεί με τη Δύση και όχι αυθαίρετα». ΄Όπως υπενθυμίζει ο ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ, ο άμεσα στενός κύκλος του προέδρου Ερντογάν ήταν εκεί και πριν τις νέες εκλογές στην Τουρκία και λειτουργούσε με τον τρόπο που επέβαλε ο Τούρκος πρόεδρος.
Απελευθερωμένος από Σαμαρά-Καραμανλή ο Μητοστάκης μετά τις εκλογές
Αναφερόμενος στην Ελλάδα εκτιμά ότι στο εσωτερικό της χώρας έχουμε δύο θετικές εξελίξεις. Από την μια, όπως λέει, έχουμε έναν ισχυρό πρωθυπουργό και οι πιέσεις τόσο από την πλευρά Σαμαρά -του μη διαλόγου όσο και από αυτήν του Καραμανλή-πλευρά της ακινησίας έχουν αποδυναμωθεί. «Ο Μητσοτάκης είναι ένας ισχυρός πρωθυπουργός που μπορεί να αναλάβει πρωτοβουλίες που πριν δυσκολευόταν να αναλάβει. Εξάλλου, η αντίληψη του μη διαλόγου με την Τουρκία εκφράζεται από τα φαιδρά ακροδεξιά κόμματα που. μπήκαν στη Βουλή και το γεγονός αυτό λύνει τα χέρια του πρωθυπουργού, δίνοντάς του μια σχετική ελευθερία κινήσεων.
Τι σηματοδοτεί η τοποθέτηση Γεραπετρίτη-Φιντάν
Σχολιάζοντας τις αλλαγές στις δύο ηγεσίες των υπουργείων Εξωτερικών τόσο με την τοποθέτηση Γεραπετρίτη όσο και Φιντάν εκτιμά ότι υπάρχει μια επαγγελματοποίηση της εξωτερικής πολιτικής, με σοβαρούς επαγγελματίες και γνώστες των ζητημάτων μέσα από έμπιστους ανθρώπους τόσο στον Πρόεδρο Ερντογάν όσο και στον πρωθυπουργό Μητσοτάκη αντίστοιχα.
«Στην Τουρκία έχουμε μια σκληρή επαγγελματική ομάδα της απολύτου εμπιστοσύνης Ερντογάν. Είναι μια ομάδα πολιτικής ασφάλειας που θα πρέπει να υπηρετήσει το δόγμα Ερντογάν με μια σχετική ευελιξία και όχι μονοκόματα».
Αντίθετα στην Ελλάδα τα πράγματα ήταν διαφορετικά. «Γνωρίζουμε πια όταν ακούμε τον νέο Έλληνα ΥΠΕΞ ότι μιλάει ο πρωθυπουργός. Δεν εκπέμπονται μηνύματα δηλ. θολά ή αμφίθυμα διφορούμενα ή και αποφεύγεται μια κακοφωνία στην εξωτερική πολιτική όπως συνέβαινε επί Δένδια. Στο παρελθόν, αυτό που προσλάμβαναν στον εξωτερικό ήταν μια αμφιθυμία όσον αφορά τις πραγματικές προθέσεις του Έλληνα πρωθυπουργού. Άνοιγε μια συζήτηση κατά πόσον αυτή ήταν μια άποψη του ΥΠΕΞ ή του Έλληνα πρωθυπουργού. Η μετακίνηση του Δένδια στο Αμύνης είναι κάτι ταυτόχρονα καλό για τον ίδιο, χωρίς να είναι κακό για τους άλλους. Έτσι θα το έθετα».
Διαβάστε επίσης στο ethnos.gr