Περίπου το 5.000 π.Χ., δηλαδή πριν 7.000 χρόνια, έλαβε χώρα στην Ανατολική Αφρική η πρώτη εξημέρωση του γαϊδάρου, αυτού του αδικημένου, συμπαθέστατου και πολύ χρήσιμου για τον άνθρωπο ζώου. Αυτό αποκαλύπτει η ολοκληρωμένη ανάλυση 238 γονιδιωμάτων σύγχρονων και αρχαίων γαϊδάρων από ερευνητές διαφόρων χωρών, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science».
Οι γάιδαροι μπορεί να μην έχουν τη δημοφιλία ή το πρεστίζ των αλόγων, αλλά στην πραγματικότητα έχουν παίξει καθοριστικό -και παραγνωρισμένο- ρόλο στην ανθρώπινη ιστορία. Ο οικιακός γάιδαρος (Equus asinus) έχει υπάρξει πολύ σημαντικός για τους ανθρώπους εδώ και χιλιάδες χρόνια, παρέχοντας σε πολλούς πολιτισμούς ακάματα τις υπηρεσίες του για κουβάλημα, μετακινήσεις σε μεγάλες αποστάσεις και άλλες εργασίες.
Παρά τη σημασία του σε όλο τον κόσμο, έως τώρα λίγα πράγματα ήταν γνωστά για την καταγωγή του, την εξημέρωσή του και την μακρά συνύπαρξή του με τους ανθρώπους. Μέχρι σήμερα οι γάιδαροι, παρόλο που συνεχίζουν να παρέχουν πολύτιμη χείρα βοηθείας στις κοινωνίες χαμηλού και μέσου εισοδήματος, ιδίως σε ημιάνυδρες και ημιορεινές περιοχές, παραμένουν ανεπαρκώς μελετημένοι από την επιστημονική κοινότητα (ίσως επειδή οι άνθρωποι στις σύγχρονες μεταβιομηχανικές κοινωνίες αλληλοβρίζονται ως...γάιδαροι).
Τα γενετικά δεδομένα δείχνουν ότι οι Ρωμαίοι διασταύρωναν αφρικανικούς και ευρωπαϊκούς γάϊδαρους για να δημιουργήσουν γιγάντιους γάϊδαρους με ύψος 1,55 μέτρα, περίπου 25 εκατοστά ψηλότερους από έναν τυπικό γάιδαρο.
Η νέα μελέτη, με επικεφαλής τους εξελικτικούς βιολόγους Λουντοβίκ Ορλάντο και Εβελίν Τοντ του γαλλικού Πανεπιστημίου Πολ Σαμπατιέ, εκτιμά ότι η αρχική εξημέρωση του ζώου έγινε μία φορά -και όχι πολλές φορές ταυτόχρονα- κάπου στην ανατολική Αφρική (πιθανώς στην Κένυα). Στη συνέχεια οι εξημερωμένοι γάιδαροι επεκτάθηκαν αρχικά στην Αίγυπτο και στο Σουδάν, σταδιακά σε όλη τη «μαύρη» ήπειρο και από εκεί στην Ευρασία, όπου διάφοροι επιμέρους πληθυσμοί του ζώου απομονώθηκαν και διαφοροποιήθηκαν (γι' αυτό σήμερα πια δεν μοιάζουν όλοι οι γάιδαροι μεταξύ τους).
Η μελέτη εντόπισε, μεταξύ άλλων, τις γενετικές ενδείξεις μιας σημαντικής γενεαλογικής γραμμής γαϊδάρων από την περιοχή του Λεβάντε (Μέση Ανατολή) που υπήρχε πριν 2.200 χρόνια και είχε μεγάλη γονιδιακή συμβολή στους γάιδαρους της Ασίας. Γενικότερα, οι επιστήμονες βρήκαν βάσιμες ενδείξεις για συχνές και σημαντικές διασταυρώσεις και επιμιξίες μεταξύ των πληθυσμών των αρχαίων γαϊδάρων.
Μεταξύ άλλων οι ερευνητές ανέλυσαν εννέα γονιδιώματα παλαιών γαϊδάρων από μια αρχαιολογική τοποθεσία μιας ρωμαϊκής βίλας στη βορειοανατολική Γαλλία το 200-500 μ.Χ., όπου φαίνεται ότι υπήρξε κέντρο εκτροφής των εν λόγω ζώων. Τα γενετικά δεδομένα δείχνουν ότι οι Ρωμαίοι διασταύρωναν αφρικανικούς και ευρωπαϊκούς γάϊδαρους για να δημιουργήσουν γιγάντιους γάϊδαρους με ύψος 1,55 μέτρα, περίπου 25 εκατοστά ψηλότερους από έναν τυπικό γάιδαρο.