Το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ διενήργησε έρευνα για την ποιότητα της εργασίας στην Ελλάδα καθώς και για τις επιπτώσεις που αυτή έχει στην υγεία των εργαζόμενων.
Ειδικότερα, η έρευνα του ΙΝΕ - ΓΣΕΕ πραγματοποιείται με σκοπό να καταγραφούν οι συνθήκες εργασίας, λαμβάνοντας υπόψη τα βιώματα και τις εμπειρίες των ερωτηθέντων, αναφορικά με:
- το ίδιο το περιβάλλον εργασίας,
- το ωράριο και την διευθέτησή του,
- την ένταση της εργασίας.
Με το 74% των εργαζόμενων να δηλώνει ότι πάντα ή συχνά επιστρέφει από την εργασία νιώθοντας σωματική εξάντληση.
Χαρακτηριστικά, από το σύνολο των ερωτηθέντων, ένας στους δύο εργαζόμενους αναφέρουν πως η δουλειά τους απαιτεί σημαντική σωματική καταπόνηση από επαναλαμβανόμενες κινήσεις, ορθοστασία, άρση βαριών αντικειμένων και παραμονή αρκετής ώρας σε πολύ ζεστό ή κρύο περιβάλλον, ενώ τρεις στους τέσσερις δήλωσαν ότι πάντα ή συχνά επιστρέφουν από την εργασία νιώθοντας σωματική εξάντληση.
Το πληθυσμιακό δείγμα της έρευνας και τα ευρήματα
Από το σύνολο των ερωτηθέντων του ιδιωτικού τομέα, το 61% είναι άντρες και το 39% γυναίκες, ενώ πάνω από το μισό ανήκει στις παραγωγικές ηλικίες των 35-56 ετών.
Όσον αφορά το γνωσιακό επίπεδο το 34,5% των ατόμων που ρωτήθηκαν δήλωσαν ότι ήταν απόφοιτοι λυκείου, το 29% απόφοιτοι ΑΕΙ/ΤΕΙ, ενώ το 14% είχε στην κατοχή του μεταπτυχιακό ή διδακτορικό δίπλωμα.
Οι κλάδοι της οικονομίας που σημειώθηκαν στην έρευνα είναι ο κλάδος του χονδρικού και λιανικού εμπορίου καθώς και στην επισκευή μηχανοκίνητων οχημάτων, με το 23% του δείγματος να εργάζεται εκεί, ενώ το 16% σε δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών καταλύματος και εστίασης και το 14% στη μεταποίηση.
Σε επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες απασχολούνταν το 13% του δείγματος, ενώ στον κλάδο των μεταφορών και της αποθήκευσης το 10%. Μικρότερο ήταν το ποσοστό όσων εργάζονταν στον κλάδο των κατασκευών (7%), στην εκπαίδευση (6%), σε κλάδους που σχετίζονται με την ανθρώπινη υγεία και την κοινωνική μέριμνα (6%) και στον κλάδο της ενημέρωσης και της επικοινωνίας (5%).
Στο μεγάλο ζήτημα των οικονομικών απολαβών επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία πως μόνο το 10% έχει ετήσιες απολαβές πάνω από 30.000 ενώ σε μεγάλες επιχειρήσεις άνω των 250 ατόμων με σύμβαση πλήρους απασχόλησης εργάζεται μόλις το 9%.
Η εξάντληση μετά το πέρας του ωραρίου δεν συνδέεται με την μισθολογική κλίμακα
Αξίζει να σημειωθεί πως από το σύνολο των ερωτηθέντων και την εξάντληση που αισθάνονται μετά το πέρας του ωραρίου, διαπιστώνεται πως θετικά απαντά η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζόμενων, ασχέτως μισθολογικής κλίμακας.
Συγκεκριμένα:
- το 77% του ερωτηθέντων με εισόδημα έως 7.000 ευρώ,
- το 76% με εισόδημα από 7.001 έως 16.000 ευρώ,
- το 71% όσων είχαν εισόδημα από 16.000 έως 30.000 ευρώ
- και το 64% με εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ, αντανακλώντα την υψηλή εντατικοποίηση της εργασίας στην ελληνική οικονομία.
Τέλος, η έρευνα διαπιστώνει πως η ευημερία των εργαζόμενων επηρεάζεται σημαντικά από τις μη αξιοπρεπείς απολαβές, τις πολλές και εντατικοποιημένες ώρες εργασίας καθώς και από το στρες μέσα στο εργασιακό περιβάλλον.
Ταυτόχρονα επισημαίνει την αναγκαιότητα του να γίνει ο απαραίτητος εκείνος σχεδιασμός ώστε η προστασία της εργασίας να μπορεί να συνδεθεί με την οικονομική ανάπτυξη.