Το Proson.gr παρουσιάζει τη δεύτερη «ιστορία εργασιακής τρέλας» που περιλαμβάνεται στη νέα εβδομαδιαία στήλη της ιστοσελίδας και στην οποία οι συντάκτες αλλά και οι αναγνώστες, μοιράζονται αυτό που περιγράφει ο τίτλος: Ιστορίες εργασιακής τρέλας!
Τα ονόματα των πρωταγωνιστών αλλά και των επιχειρήσεων / εταιρειών (όπου αναφέρονται) έχουν παραλλαχθεί για προφανείς λόγους, αλλά οι ιστορίες είναι... πέρα για πέρα αληθινές!
Ιστορία Νο.2: Απειλές και βρισιές σε ένα μικρό μπαρ της Αθήνας
Στο -όχι και πολύ- μακρινό 2017, όντας πρωτοετής φοιτήτρια και ερχόμενη από την επαρχία στην πρωτεύουσα, έψαχνα μανιωδώς δουλειά, καθώς οι γονείς μου δε μπορούσαν να αναλάβουν εξ ολοκλήρου τα έξοδα για τις σπουδές μου. Από τον πρώτο κιόλας μήνα, μάλιστα, είχα μείνει αυτό που λέμε λαϊκιστί, «ταπί». Βέβαια, χωρίς καμία εργασιακή εμπειρία και, εδώ που τα λέμε, χωρίς και ιδιαίτερη διάθεση για δουλειά, το πράγμα γινόταν ολοένα και δυσκολότερο.
Μια τυχαία μέρα του Οκτώβρη, χτυπάει το τηλέφωνο. Ήταν η φίλη μου η Αλεξάνδρα, η οποία, όπως ήξερα, δούλευε σε ένα μπαρ-εστιατόριο στα Εξάρχεια, στο οποίο εργάζονταν όλα κι όλα τρία άτομα: η φίλη μου, ένας παλιός θαμώνας του μαγαζιού που τελικά εντάχθηκε στο προσωπικό και φυσικά, ο ιδιοκτήτης. Το «αφεντικό» όπως αυτοαποκαλούταν ο ίδιος.
Τώρα που το σκέφτομαι, ίσως και να ήταν το πρώτο στοιχείο το οποίο έπρεπε να με κάνει να το βάλω στα πόδια, αλλά η ανάγκη να βιοποριστώ προφανώς και με έκανε να αντιπαρέλθω το συγκεκριμένο σχόλιο, με το οποίο η φίλη Αλεξάνδρα προσπάθησε, εμμέσως πλην σαφώς, να με προειδοποιήσει περί τίνος ανθρώπου επρόκειτο.
Παρόλα αυτά, μιας και γνώριζε πως δεν είχα και πολλά περιθώρια για επιλογές, τελικά με σύστησε στο «αφεντικό», τον οποίο, ας πούμε πως τον έλεγαν Δημήτρη. Ο κ. Δημήτρης, λοιπόν, αναζητούσε σερβιτόρα για μερική απασχόληση, περίπου τρεις με τέσσερις φορές την εβδομάδα. Το μαγαζί ήταν μικρό, μια «κουτσουλιά» όλη κι όλη, η οποία βέβαια γέμιζε ασφυκτικά πολύ, με φαγητά και ποτά να πηγαίνουν και να έρχονται όλο το βράδυ μέχρι και τις 4:00 το χάραμα.
Κατά την πρώτη μας συνάντηση, στην οποία εγώ είχα την εντύπωση πως θα κάνουμε αυτό το… κάτσε να δεις πως το ονομάζουν σε όλες τις δουλειές του κόσμου, α ναι, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ, με πήρε κατευθείαν από τα μούτρα! Αφού με ενημέρωσε πως η βάρδια ξεκινά από τις 16:00 το μεσημέρι, χωρίς συγκεκριμένη ώρα λήξης, και πως πληρώνει 5 ευρώ την ώρα… «μαύρα» και πως αν θέλω «τίποτα ασφάλιση», πληρώνει 4 ευρώ, με «έχωσε» κατευθείαν για δουλειά. Υποθέτω αυτό, συν το γεγονός πως, απ’ ότι κατάλαβα τουλάχιστον, ο συνάδελφος/θαμώνας είχε βάρδια εκείνη την ημέρα, αλλά όπως φάνηκε τον άφησε τελικά στα κρύα του λουτρού λίγο πριν ξεκινήσει η βάρδια, θα έπρεπε να είναι τα κατά σειρά δεύτερα και τρίτα στοιχεία, που αν είχαν μιλιά θα φώναζαν «τρέχα από κει μέσα».
Μιας κι εγώ χρειαζόμουν άμεσα χρήματα γιατί ο μήνας τελείωνε και το ενοίκιο του Νοεμβρίου δε θα πληρωνόταν μόνο του, τελικά τα βρήκαμε στη «μαύρη πληρωμή» και ο Δημήτρης/στρατιώτης (ανέκφραστος και πολύ κρύος άνθρωπος, με πολύ μετρημένες λέξεις και κινήσεις), μου ανάθεσε το πρώτο μου task. Πρώτη μου «αποστολή», λοιπόν, ήταν να πάω στο σούπερ μάρκετ που βρισκόταν περίπου 400 μέτρα κάτω από το μαγαζί και να αγοράσω ένα καθαριστικό προϊόν. Για να μην τα πολυλογώ, το συγκεκριμένο σκεύασμα δεν ήταν τόσο καθαριστικό, όσο γυαλιστικό, που χρησιμοποιούταν προφανώς για τις ξύλινες επιφάνειες του μαγαζιού.
Μιας και λοιπόν εγώ δε γνώριζα την ύπαρξη του συγκεκριμένου προϊόντος, κατέληξα να αγοράζω τελικά ένα αρκετά παρόμοιο με που ήθελε, όχι στην ίδια μάρκα, μιας και δε μου είχε ζητήσει κάποιο συγκεκριμένο, και επέστρεψα και πάλι στο μαγαζί. Εκεί θα με έβρισκε και το τέταρτο, τελευταίο αλλά και κομβικότερο στοιχείο που θα αποδείκνυε πόσο ανυπόφορος και καραγκιόζης ήταν.
Με το που εμφανίζω από τη σακούλα το προϊόν και ξεκινάω να καθαρίσω τις επιφάνειες και τα τραπέζια, ακούω μια φωνή να βρίζει και να ωρύεται. «Από το δρόμο θα ‘ναι», λέω, κάποιοι θα τσακώνονται στο φανάρι. «Αμάν πια αυτή η Αθήνα» σκέφτομαι, «όλο φασαρία!». Έλα μου που δεν ήταν όμως οι οδηγοί που έβγαλαν αυτήν την εκκωφαντική βρισιά σαν πρόωρη ευχή για τον Δεκαπενταύγουστο, που ακούστηκε από την καρδία της Ακαδημίας μέχρι και το Λόφο Στρέφη.
Σοκαρίστηκα. Βρισκόμουν μόλις 24 λεπτά μέσα στη βάρδια και ο κυρ Δημήτρης αποφάσισε να μου πει για τα… Θεία μου! Αμέσως άρπαξα τη ζακέτα και την τσάντα μου και εξαφανίστηκα από εκεί μέσα. Είχα φτάσει κιόλας κοντά στο αγαπημένο μου καφέ, δύο με τρία τετράγωνα μακριά προκειμένου να πάρω μια ζεστή σοκολάτα να ηρεμήσω και να ζεστάνω λίγα τα μέσα μου από την ψυχρολουσία που βίωσα και, κοίτα να δεις, μπορούσα να τον ακούσω ακόμα να με απειλεί και να με βρίζει, καθώς είχε βγει στο δρόμο και καταριόταν τη μικρή 18χρονη που η συμπεριφορά της ήταν άκρως… «αντιεπαγγελματική»!!!
«Εστίαση-Εγώ, 1-0. Ποτέ ξανά», υποσχέθηκα στον εαυτό μου. Σκέτη ζούγκλα!
Την πρώτη ιστορία εργασιακής τρέλας έστειλε στο Proson.gr η αναγνώστρια Ν. Τ.
Τις νέες ιστορίες μπορείτε να τις βρίσκετε κάθε Κυριακή στην αντίστοιχη στήλη: Ιστορίες εργασιακής τρέλας
Μπορείτε αν θέλετε να μας στείλετε και εσείς στο e-mail: [email protected], ιστορίες εργασιακής τρέλας που έχετε βιώσει για να τις δημοσιεύσουμε!