Έξι στους δέκα εργαζόμενους δηλώνουν επηρεασμένοι από έναν παράγοντα που επηρεάζει σε αισθητό βαθμό την ψυχική υγεία. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, ειδικής έρευνας που διεξήγαγε η ΕΛΣΤΑΤ το β' τρίμηνο του 2020, τόσο για τα ατυχήματα αλλά και τα προβλήματα υγείας που συνδέονται με την εργασία, το ποσοστό του 63% των απασχολουμένων, αναφέρουν ότι εκτίθενται σε παράγοντες που επηρεάζουν σθεναρά την ψυχική τους υγεία.
Οι ερευνητές της ΕΛΣΤΑΤ, ρώτησαν τους εργαζόμενους τους βασικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην τροφοδότηση της εργασιακής ανασφάλειας, με ποσοστό (20,9%) και την εντατικοποίηση της εργασίας, δηλαδή τη μεγάλη πίεση του χρόνου ή του φόρτου εργασίας (19,3%). Τα ποσοστά για την επιρροή αυτών των δυο παραγόντων είναι υψηλά σε όλες τις ηλικιακές κατηγορίες των εργαζομένων, ενώ ως τρίτος σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει αρνητικά την ψυχική υγεία σε ποσοστό 14% καταγράφεται αυτός των προβλημάτων «με δύσκολους πελάτες, ασθενείς, μαθητές». Μάλιστα αυτός ο επιβλαβής παράγοντας φαίνεται να επηρεάζει αρνητικά περισσότερο τις εργαζόμενες γυναίκες (16%) σε σύγκριση με τους άνδρες (14%), αλλά και τους εργαζόμενους σε προχωρημένη ηλικία, άνω των 55 ετών (14,9%).
Οι κλάδοι δραστηριότητας με τη μεγαλύτερη έκθεση σε παράγοντες κινδύνου για την ψυχική υγεία παραμένουν οι κατασκευές (67%), τα ξενοδοχεία και η εστίαση (σε ποσοστό 65,3%, παρότι συγκαταλέγονται στους εργασιακούς χώρους με τα μικρότερα ποσοστά απουσιών από την εργασία), καθώς και οι υπηρεσίες υγείας (64,3%).
Ταυτόχρονα η έρευνα κάνει λόγο και για το ποσοστό των ατόμων που δηλώνουν ότι αντιμετώπισαν προβλήματα υγείας, το οποίο δείχνει να αυξάνεται στις μεγαλύτερες ηλικίες, οι νέοι υποφέρουν περισσότερο από το στρες και την κατάθλιψη. Σύμφωνα με την έρευνα, οι νέοι εργαζόμενοι, ηλικίας 15-34 ετών, υποφέρουν περισσότερο από λοιμώξεις (σε ποσοστό 22%) και σε ποσοστό 12,7% από στρες, κατάθλιψη και άγχος, γεγονός το οποίο συνδέεται και με την ανάδειξη του ρόλου που παίζει η εργασιακή ανασφάλεια στην ψυχική υγεία.
Στο κεφάλαιο της σωματικής υγεία, οι επιβαρυντικοί παράγοντες αναδεικνύονται από τους εργαζόμενους ως οι επίπονες στάσεις ή κινήσεις (22%) αλλά και η έντονη οπτική συγκέντρωση (9,4% και 10% στις ηλικίες 45-54 ετών και 11% στο σύνολο των γυναικών). Όπως φαίνεται και στον πίνακα, η βία, οι απειλές, οι παρενοχλήσεις, οι εκφοβισμοί, υπάρχουν και επιδρούν κακότροπα στην ψυχική υγεία αλλά και στην κατά δήλωση των ερωτηθέντων σε μικρότερο βαθμό.
Συνολικά το 2,9% των ατόμων που ρωτήθηκαν και εργάζονταν τους τελευταίους 12 μήνες πριν από την έρευνα (συμπεριλαμβάνεται και το πρώτο τετράμηνο της πανδημικής κρίσης του ‘20) υπέδειξαν ότι είχαν προβλήματα υγείας που αφορούν μυοσκελετικά θέματα, τα οποία προκλήθηκαν ή επιδεινώθηκαν από την εργασία και επηρέασαν είτε τη μέση για το 34,4%, είτε τα άνω άκρα για το 20,3%, είτε τα κάτω άκρα για το 10,3% των εργαζομένων. Η βασική επικράτηση των μυοσκελετικών προβλημάτων εξηγεί γιατί οι χειριστές μηχανημάτων και οι ειδικευμένοι τεχνίτες είναι οι επαγγελματικές ομάδες στις οποίες παρατηρούνται τα μεγαλύτερα ποσοστά απουσιών από την εργασία (68,1% και 65,2%).